Tι είναι σήμερα το ποδόσφαιρο; Ένα άθλημα που ελέγχεται από πολυεθνικές εταιρείες, ολιγάρχες/μεγιστάνες ιδιοκτήτες ποδοσφαιρικών κλαμπ & μεγαλοατζέντηδες, που κερδίζουν εκατομμύρια από τη «διακίνηση» και «εμπορία» παικτών; Ένα όχημα αποπροσανατολισμού των μαζών; Ή μήπως πρόκειται για ένα παιχνίδι που εξακολουθεί να γοητεύει εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, διατηρώντας τις κοινωνικές προεκτάσεις & αναφορές του, παρότι έχει, σε μεγάλο μεγάλο βαθμό, μετατραπεί σε μια παγκοσμιοποιημένη βιομηχανία του θεάματος;


Ο Βρετανός φιλόσοφος Σάιμον Κρίτσλεϊ (Simon Critchley), Καθηγητής στο New School for Social Research της Νέας Υόρκης, στο βιβλίο του με τίτλο Τι σκεφτόμαστε όταν σκεφτόμαστε το ποδόσφαιρο (Πατάκης, 2019) επιχειρεί να καταδείξει την ομορφιά του ποδοσφαίρου ως παιχνιδιού αλλά και ως κοινωνικού φαινομένου.

Η γραφή του έχει συνδιαμορφωθεί από δύο διαφορετικές οπτικές: Αυτή του φιλοσόφου και εκείνη του λάτρη του ποδοσφαίρου, φανατικού οπαδού της ομάδας της γενέτειράς του, της Λίβερπουλ. Στις σελίδες του βιβλίου οι δύο αυτές οπτικές άλλοτε συγκρούονται και άλλοτε αλληλοσυμπληρώνονται, σε μια συνεχή διαλεκτική κίνηση ανάμεσα στην αναγκαιότητα κριτικής προσέγγισης και στη δυνατότητα «ποιητικής», αισθητικής ερμηνείας του ποδοσφαίρου.

Ο Κρίτσλεϊ αναδεικνύει την πιο ουσιαστική, κατά τον ίδιο, αντίφαση του αθλήματος: το παιχνίδι εδράζεται στη συλλογικότητα, τη συνολική δράση ποδοσφαιριστών και οπαδών, την κοινωνικότητα – ή  αλλιώς το... σοσιαλισμό. Το υλικό υπόστρωμά του ωστόσο είναι ο καπιταλισμός, το (βρόμικο) χρήμα, που συχνά προέρχεται από εξαιρετικά αμφιλεγόμενες πηγές. Ο Κρίτσλεϊ δεν φείδεται κριτικής στα κακώς κείμενα του ποδοσφαίρου: εμπορευματοποίηση, αποικιοκρατία, εθνικισμός, ψυχολογία των μαζών, πατριαρχία και νομική συστηματοποίηση της βίας είναι οι ορισμένοι από τους λόγους για τους οποίους την απόλαυση διαδέχεται διαρκώς η αποστροφή για το ποδόσφαιρο.

Όταν η λατρεία της ομάδας οδηγεί σε δογματισμό ή σε πράξεις λεκτικής ή/και σωματικής βίας, σημαίνει ότι φαλκιδεύει/προδίδει το νόημα του ποδοσφαίρου. Σύμφωνα με τον Κρίτσλεϊ, υπάρχει μια έμφυτη λογική στο ποδόσφαιρο που επιτρέπει την παθιασμένη αφοσίωση σε μια ομάδα και την ταυτόχρονη ανοχή, κατανόηση και ενθάρρυνση της ένθερμης υποστήριξης κάθε άλλου στη δική του ομάδα. Το ποδόσφαιρο συσχετίζει και συσχετίζεται εξάλλου (με) μια σειρά από σύνθετα και ενίοτε αντικρουόμενα στοιχεία όπως η μνήμη, η ιστορία, ο τόπος, η κοινωνική τάξη, το φύλο, η ταυτότητα, η οικογένεια, το έθνος κ.ά.

Το βιβλίο αναδεικνύει παράλληλα τους έντονους συμβολισμούς των συστατικών μερών του παιχνιδιού: Η ομάδα, για παράδειγμα, ως ένας δυναμικός σχηματισμός, ως ένα κινούμενο πλέγμα, έχει ως στόχο την κατοχή και τον έλεγχο του χώρου, θυμίζοντας στην οργάνωσή της ένα μικρό στράτευμα, μια συμπαγή, ενοποιημένη και επιδέξια δύναμη με ξεκάθαρη ιεραρχική δομή. Το ποδόσφαιρο, συνεπώς, θυμίζει «συνέχεια του πολέμου με άλλα μέσα», αφού σκοπός είναι η νίκη – ή έστω η ηρωική ήττα.

Η συνεργατική φύση του ποδοσφαίρου επεκτείνεται στα μοτίβα κοινωνικότητας των ποδοσφαιριστών και στην αντίθεση ανάμεσα στην ομάδα που παίζει για το καλό του συνόλου και σε εκείνη στην οποία κάθε ποδοσφαιριστής παίζει για τον εαυτό του. Τα διαφορετικά αυτά μοτίβα κοινωνικότητας αντανακλώνται –και ταυτόχρονα αντλούν ενέργεια από– τη συλλογική ζωή των οπαδών: Το ποδόσφαιρο είναι το κίνημα των socius (σ.σ. σύντροφος, φίλος, σύμμαχος), η ελεύθερη ένωση των ανθρώπων, όπως έγραφε ο Μαρξ στο Κεφάλαιο (χωρίς φυσικά να αναφέρεται στο ποδόσφαιρο).

Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στη στοχαστική απόσταση του θεατή από τον αγώνα, μια θεωρητική ή αισθητική απόσταση που συνιστά τη μορφή συμμετοχής του: Μόνο μέσα από τη θεωρητική αναγνώριση της συλλογικής πράξης της ομάδας εκ μέρους των θεατών γίνεται αντιληπτή η ολότητα της ομάδας ως τέτοια. Το ποδοσφαιρικό κοινό ότι είναι, για τον Κρίτσλεϊ, «ένα νοήμον, συχνά εξαιρετικά ενημερωμένο και κριτικό κοινό, ακόμη κι αν συχνά καταφεύγει σε ακραίες επιδείξεις κακοήθειας και στην έκλυτη ειλικρίνεια της παρρησίας».

Ο Κρίτσλεϊ υποστηρίζει ότι «ο λόγος που το ποδόσφαιρο είναι τόσο σημαντικό για πολλούς από εμάς οφείλεται ακριβώς στην εμπειρία της ένωσης που υπάρχει στον πυρήνα του, όπως και στην έντονη αίσθηση της κοινότητας που δημιουργεί», για να καταλήξει σε μια τολμηρή –κατά τον ίδιο– θέση, ότι το πολιτικό αντίστοιχο του ποδοσφαίρου είναι ο σοσιαλισμός: «Η ελευθερία δεν βιώνεται ξέχωρα από τους άλλους αλλά μόνο εξαιτίας και μέσα από τη συσχέτιση με τους άλλους, όπου η συλλογική δράση ενσωματώνει και ταυτόχρονα εξυψώνει την ατομική δράση».

Σημείωση ανάγνωσης που υπογράφει ο Vaggelis Vitzileos για το βιβλίο του Βρετανού φιλοσόφου Σάιμον Κρίτσλεϊ «Τι σκεφτόμαστε όταν σκεφτόμαστε το ποδόσφαιρο»