Στη διαπίστωση ότι η έλλειψη διαφάνειας και η διαφθορά υποβαθμίζουν την ποιότητα των υπηρεσιών, νοθεύουν τον ανταγωνισμό, αποθαρρύνουν την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και εν τέλει αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη και για τον ανταγωνισμό, προέβησαν οι περισσότεροι συμμετέχοντες στο 11ο συνεδρίου της Διεθνούς Διαφάνειας - Ελλάς (ΔΔ-Ε) με τίτλο «"Καθαρές" Δημόσιες Συμβάσεις - Όχημα Βιώσιμης Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικής Οικονομίας».

Την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου κήρυξαν η πρόεδρος της Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάδας, Άννα Δαμάσκου και η περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου, η οποία ανέφερε ότι η Περιφέρεια Αττικής είναι ο μόνος φορέας της ελληνικής Πολιτείας, που μετέχει στην πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάδας για «καθαρές» δημόσιες συμβάσεις.

«Μετέχουμε στο ευρωπαϊκό μέτωπο υπέρ της χρηστής διοίκησης, υπέρ του πολίτη. Γιατί το θεωρούμε χρέος μας. Και γιατί θεωρούμε ότι είναι η απαραίτητη εγγύηση για ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης», τόνισε η κ. Δούρου.

Πρόκειται για το «Σύμφωνο Ακεραιότητας», που έχει υπογραφεί για το αντιπλημμυρικό έργο κατασκευής δικτύου ομβρίων στους δήμους Νίκαιας - Αγίου Ιωάννη Ρέντη και Μοσχάτου - Ταύρου, με στόχο να περιορίσει την κακοδιαχείριση στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων.

Σημειώνεται, το «Σύμφωνο Ακεραιότητας» είναι ένα εργαλείο που σχεδιάστηκε από τη Διεθνή Διαφάνεια χρησιμοποιείται oικειοθελώς από την αναθέτουσα αρχή και επιτρέπει στους πολίτες να παρακολουθούν τη διαδικασία ανάθεσης και υλοποίησης των δημοσίων συμβάσεων, ενισχύοντας τη διαφάνεια σε όλη τη διαδικασία. Σε κάθε διαγωνισμό η αναθέτουσα αρχή και ο υποψήφιος ανάδοχος υπογράφουν μια συμφωνία με την οποία δεσμεύονται να απέχουν από μη διαφανείς διαδικασίες (π.χ. συμφωνίες κάτω από το τραπέζι) και να δημοσιοποιούν όλες τις πληροφορίες που επιτρέπεται από τη νομοθεσία. Η συμφωνία προβλέπει, επίσης, τη συμμετοχή Ανεξάρτητου Παρατηρητή (ιδιώτη ή οργάνωσης της Κοινωνίας των Πολιτών) που παρακολουθεί τις διαδικασίες και ενημερώνει τους πολίτες σε τακτική βάση μέσα από τη δημοσίευση εκθέσεων.

Η γενική γραμματέας για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς, Αναστασία Ξεπαπαδέα, υπογράμμισε ότι πέρα από τα τεράστια ποσά που διακινούνται κάθε χρόνο μέσω των δημοσίων συμβάσεων από την κεντρική διοίκηση, την τοπική αυτοδιοίκηση, τις ανεξάρτητες αρχές και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα για αγορά υπηρεσιών, αγαθών και έργων, ο κίνδυνος διαφθοράς επιτείνεται ακόμα περισσότερο λόγω της πολυπλοκότητας των σχετικών διαδικασιών, της ανάμειξης πολλών ανθρώπων στις διαδικασίες και της στενής αλληλεπίδρασης μεταξύ επιχειρήσεων και Δημοσίου.

«Οι μέθοδοι με τις οποίες εμφανίζεται η διαφθορά ποικίλουν», σημείωσε η κ. Ξεπαπαδέα και εξήγησε ότι «μπορεί να εμφανίζεται ως διόγκωση του αντικειμένου της δημόσιας σύμβασης, ή ως αθέμιτη παρεμβολή στην διαδικασία της αξιολόγησης και της τιμολόγησης. Επίσης σημαντικό ποσοστό τέτοιων υποθέσεων συνδέεται στενά με αναθέσεις ή αδειοδοτήσεις μέσω δημοσίων συμβάσεων, που αφορούν είτε τον εξαγωγικό ή κατασκευαστικό κλάδο, είτε τον τομέα μεταφορών, επικοινωνιών και αποθήκευσης».

Το ετήσιο κόστος της διαφθοράς στις δημόσιες συμβάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπολογίζεται ότι αγγίζει τα 5 δισ. ευρώ, ανέφερε από την πλευρά του ο Άρης Δημητριάδης, αντιπρόεδρος της Ένωσης πιστοποιημένων ελεγκτών για απάτες, Association of Certified Fraud Examiners Greece Chapter και σημείωσε ότι από κοινωνικής άποψης, η έλλειψη διαφάνειας και η διαφθορά υποβαθμίζει την ποιότητα των υπηρεσιών με αποτέλεσμα να πλήττεται η ευρωστία της κοινωνίας, να εντείνεται η φτώχεια και οι ανισότητες και να κλονίζεται η εμπιστοσύνη στους θεσμούς.

Ο ίδιος επικαλέστηκε έρευνα του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με την οποία όσο μεγαλύτερη είναι η αντίληψη τη διαφθοράς τόσο διολισθαίνει η εμπιστοσύνη των πολιτών στις εθνικές κυβερνήσεις, ενώ αναγνώρισε ότι η ενσωμάτωση των κοινοτικών οδηγιών στο ελληνικό δίκαιο το 2016 «συνέβαλε καθοριστικά στην εδραίωση ενός πλαισίου ακεραιότητας και διαφάνειας στην ανάθεση, σύναψη και εκτέλεση δημοσίων συμβάσεων».