Αυξάνεται, από 1.9.2020, το ποσοστό έκπτωσης των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι αποσβέσεις του εξοπλισμού και των οργάνων, που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες εκτέλεσης της επιστημονικής και της τεχνολογικής έρευνας, από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.

Οι συγκεκριμένες δαπάνες εκπίπτουν εφεξής από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων κατά το χρόνο της πραγματοποίησής τους προσαυξημένες κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) από τριάντα τοις εκατό (30%) που ισχύει. 

Η διάταξη περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο για το παράνομο εμπόριο. Στην αιτιολογική έκθεση που τη συνοδεύει επισημαίνεται ότι παρά την ανοδική πορεία των τελευταίων δέκα ετών, η Ελλάδα συνεχίζει να υστερεί σε συνολικές δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) με ποσοστό 1,13% του ΑΕΠ για το 2017, έναντι του μέσου όρου της ΕΕ ο οποίος βρίσκεται στο 2,07% για το ίδιο έτος. Ο τομέας των επιχειρήσεων είναι αυτός που συνέβαλε κατά κύριο λόγο στη βελτίωση του μεγέθους αυτού.

Συνεπώς, είναι απολύτως απαραίτητο να διατηρηθεί αυτή η δυναμική για να συνεχισθεί η σύγκλιση με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο μέσω δύο παρεμβάσεων. Αφενός μέσω της αύξησης των παρεχόμενων φορολογικών κινήτρων για επενδύσεις σε Ε&Α, και αφετέρου μέσω της επιτάχυνσης της διαδικασίας παροχής των κινήτρων αυτών.

Σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), το ελληνικό πρόγραμμα παροχής φορολογικών κινήτρων υστερεί έναντι των περισσότερων χωρών της Ε.Ε. καθώς και του μεγαλύτερου μέρους των χωρών μελών του Οργανισμού. Υπολείπεται τόσο σε όρους φορολογικού οφέλους και ελκυστικότητας για τις επιχειρήσεις (δείκτης 1 - B-Index, Εικόνα 1), όσο και σε όρους δαπάνης από πλευράς Κράτους.

Σε ένα τέτοιο ανταγωνιστικό πλαίσιο, όποια χώρα εμφανίζεται λιγότερο ελκυστική διατρέχει τον κίνδυνο να απωλέσει ένα σημαντικό κομμάτι επιχειρηματικής και οικονομικής δραστηριότητας. Συνεπώς, η παροχή ισχυρότερων φορολογικών κινήτρων για Ε&Α μέσω της αύξησης του επιπλέον ποσοστού φορολογικής έκπτωσης των δαπανών για Ε&Α της παρ. 1 του άρθρου 22Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013), από +30% σε +100%, αναμένεται να βελτιώσει την επίδοση της Ελλάδας στους σχετικούς δείκτες, να δώσει ώθηση στην ερευνητική δραστηριότητα των επιχειρήσεων και να περιορίσει το φαινόμενο του braindrain με τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας. Η παροχή ισχυρότερων φορολογικών κινήτρων θα βοηθήσει και στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων (Foreign Direct Investment) στη χώρα καθώς διεθνείς όμιλοι εταιρειών θα αυξήσουν την ερευνητική τους δραστηριότητα στην Ελλάδα, η οποία πραγματοποιείται μέσω θυγατρικών ή συνδεδεμένων εταιρειών στο πλαίσιο συμβάσεων υπηρεσιών έρευνας και ανάπτυξης που έχουν συναφθεί μεταξύ της ελληνικής εταιρείας και συνδεδεμένης με αυτή εταιρείας (contract R&D).

Προκρίνεται η εισαγωγή μιας νέας, εναλλακτικής, διαδικασίας με την προσθήκη παρ. 3 στο άρθρο 22Α με στόχο την αξιοποίηση της τεχνογνωσίας του ιδιωτικού τομέα για τη σημαντική μείωση του φόρτου εργασίας της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (Γ.Γ.Ε.Τ.). Σύμφωνα με τη νέα παράλληλη διαδικασία, οι επιχειρήσεις που θα την επιλέξουν μπορούν να επιταχύνουν την εξέταση των αιτημάτων τους υποβάλλοντας βεβαιώσεις από ορκωτούς λογιστές με τις οποίες πιστοποιείται η ορθότητα των λογιστικών εγγραφών. Η Γ.Γ.Ε.Τ. θα διενεργεί έλεγχο μόνο στο φυσικό αντικείμενο των ερευνητικών σχεδίων, ήτοι τον χαρακτηρισμό των δαπανών ως Ε&Α, εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι μηνών. Κατά συνέπεια, αναμένεται να μειωθεί η γραφειοκρατική επιβάρυνση προς τις επιχειρήσεις, να αντιμετωπισθούν οι καθυστερήσεις στην εξέταση των αιτημάτων και να αναβαθμισθεί ποιοτικά η διενέργεια των ελέγχων από την υπηρεσία.