Στο συμπέρασμα ότι παρά το ύψος του, το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο και θα είναι για αρκετά χρόνια κατέληξαν οι ομιλητές στο πάνελ «Addressing the public debt issue post pandemic», που συντόνισε ο Αιμίλιος Περδικάρης, στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών που διεξάγεται υπό την αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου.

Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ, τόνισε ότι η πανδημία άλλαξε τα πάντα και, φυσικά, τον τρόπο με τον οποίο μετράμε τη βιωσιμότητα του χρέους και στη συνέχεια παρουσίασε την άποψή του για τη χώρα μας. Είπε ότι η δομή του ελληνικού χρέους είναι «μοναδική», καθώς το κατέχει σε σημαντικό βαθμό ο ESM, οπότε το ελληνικό χρέος έχει και μεγάλη διάρκεια ωρίμανσης και χαμηλά επιτόκια. Πρόσθεσε ότι η Ελλάδα επωφελείται από τα χαμηλά επιτόκια στην αγορά, τα spreads είναι πολύ χαμηλά σε σχέση με πριν από επτά ή οκτώ χρόνια, ενώ ως εξαιρετικά σημαντικό παράγοντα χαρακτήρισε το γεγονός ότι η Ελλάδα θα λάβει ένα τεράστιο – αναλογικά με το ΑΕΠ της – πακέτο από το Ταμείο Σταθερότητος. Όλα αυτά τα δεδομένα, είπε, καθιστούν το υψηλό χρέος της χώρας μας βιώσιμο.

Ο Δημήτρης Τσάκωνας, Γενικός Διευθυντής του ΟΔΔΗΧ, τόνισε – με μία δόση υπερβολής όπως είπε – ότι η πανδημία για την Ελλάδα ήταν μία τεράστια ευκαιρία για την χώρα να εκδώσει χρέος με ιστορικά χαμηλά επιτόκια. Πρόσθεσε ότι υπάρχει ευελιξία και εμπιστοσύνη στη δομή του ελληνικού χαρτοφυλακίου, καθώς μεγάλο μέρος του είναι σε σταθερό επιτόκιο, οπότε έχουμε μειώσει την έκθεση σε ενδεχόμενη αύξηση επιτοκίων, ενώ η μεγάλη διάρκεια ωριμότητας του χρέους οδηγεί σε πολύ μικρές ετήσιες πληρωμές – 5,5 δισ. ευρώ το χρόνο για πολλά χρόνια σε σύγκριση με πάνω από 10 δισ. πριν την κρίση και 16 με 17 δισ. ευρώ που πλήρωνε η Ελλάδα κατά τη διάρκεια της κρίσης. Όπως εξήγησε, αναλογικά με το ΑΕΠ της Ελλάδας, οι ετήσιες πληρωμές είναι μισές σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και εξέφρασε την πεποίθηση ότι «για πολλά χρόνια, η Ελλάδα δε θα έχει πρόβλημα να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις της».

Η πρώην υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, είπε ότι το μέγεθος του χρέους είναι σημαντικός δείκτης, όχι όμως ο μοναδικός. Εξέφρασε την άποψη ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο και θα παραμείνει βιώσιμο παρά τη μεγάλη κρίση και την πτώση του ΑΕΠ, όμως, όπως είπε, «αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος για το μέλλον, καθώς το οικονομικό περιβάλλον είναι εύθραυστο και δεν ξέρουμε τι θα γίνει όταν σταματήσει το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ». Η κα Αχτσιόγλου τόνισε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να διατηρήσει την εμπιστοσύνη των αγορών όταν οι συνθήκες θα είναι λιγότερο ευνοϊκές, οπότε θα πρέπει να καταγράψουμε ισχυρούς και διαρκείς ρυθμούς ανάπτυξης. «Το θέμα λοιπόν είναι αν το κυβερνητικό σχέδιο εγγυάται μία τόσο σημαντική ανάπτυξη», είπε η πρώην υπουργός Εργασίας προσθέτοντας ότι η θέση του κόμματός της είναι ότι το πρόγραμμα αυτό δεν αντιμετωπίζει τις «πληγές» που αφήνει αυτή η κρίση.

Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Μη Εκτελεστικός Σύμβουλος της Τράπεζας Eurobank, Γιώργος Ζανιάς, υπενθύμισε ότι όταν μπήκαμε στην οικονομική κρίση το χρέος ήταν 129% του ΑΕΠ και πολύ υψηλότερο πριν την πανδημία. «Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι αν αυξηθεί το χρέος, αλλά αν μπορείς να δανειστείς από τις αγορές», τόνισε ο κ. Ζαννιάς προσθέτοντας την ικανοποίησή του για τον τρόπο που αντέδρασε η ΕΚΤ στην κρίση, παρέχοντας τεράστια ρευστότητα. «Χωρίς αυτές τις παρεμβάσεις, η κατάσταση θα ήταν πολύ χειρότερη», είπε. Κατέληξε εκφράζοντας την πεποίθηση ότι το χρέος είναι πιο βιώσιμο τώρα σε σχέση με πριν από δώδεκα χρόνια.