Ακριβότερο κατά 50 ευρώ περίπου είναι φέτος το «καλάθι της νοικοκυράς» για ένα μέσο ελληνικό νοικοκυριό σε σχέση με πέρυσι, στη σκιά της πληθωριστικής θύελλας που πλήττει την αγορά εδώ και πολλούς μήνες.

Μπροστά σε ένα περιβάλλον έντονης αβεβαιότητας, καταναλωτές και φορείς της αγοράς εκφράζουν φόβους για περαιτέρω επιδείνωση της - ήδη δύσκολης - κατάστασης που έχει τροφοδοτήσει η «έκρηξη» του πληθωρισμού τους τελευταίους μήνες, καθώς το κύμα της ακρίβειας σαρώνει σαν «οδοστρωτήρας» το διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών. Οι ανατιμήσεις στα ράφια του σούπερ μάρκετ συνεχίζονται με αμείωτη ένταση, το καλάθι της νοικοκυράς ολοένα και ακριβαίνει, με τους καταναλωτές να δηλώνουν αδυναμία να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους ανάγκες, ακόμη και των πιο βασικών, όπως είναι τα ψώνια στο σούπερ μάρκετ.

«Η κατάσταση θα χειροτερέψει ακόμη περισσότερο στο μέλλον» εκτιμά, μιλώντας στο insider.gr, ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Καταναλωτών, Γιώργος Λεχουρίτης, εξηγώντας πως δεν βλέπει καμία αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων σύντομα. «Τα επίπεδα του πληθωρισμού που ανακοινώνονται είναι πλασματικά. Αν παρακολουθήσει κανείς την πορεία των τιμών στο ράφι, θα καταλάβει…», επισημαίνει, λίγες μόλις ώρες μετά τις επίσημες ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ, την Παρασκευή, πως τον Ιούνιο ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή κατέγραψε νέα ισχυρή άνοδο στο 12,1%, έναντι ανόδου κατά 11,3% τον Μάιο, σκαρφαλώνοντας στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών και γυρίζοντας τους Έλληνες πίσω στο… 1993.

Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν πως η επέλαση του κύματος ακρίβειας γίνεται ολοένα και πιο σφοδρή, παρασύροντας στα… ύψη τις τιμές των τροφίμων και άλλων βασικών καταναλωτικών αγαθών, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν πως τα χειρότερα είναι μπροστά μας, προειδοποιώντας για ένα καυτό φθινόπωρο μετά από ένα – ούτως ή άλλως – θερμό καλοκαίρι.

Πόσο έχουν αυξηθεί οι τιμές στα τρόφιμα μέσα σε ένα χρόνο
Πραγματοποιώντας μια σύγκριση τιμών σε 59 διαφορετικά προϊόντα που πωλούνται στα σούπερ μάρκετ και τα περισσότερα από αυτά βρίσκονται σε κάθε ελληνικό σπίτι, το Ινστιτούτο Καταναλωτών βρέθηκε αντιμέτωπο με μπαράζ ανατιμήσεων. Είναι ενδεικτικό ότι η αγορά αυτών των 59 συγκεκριμένων προϊόντων κόστισε τον Ιούνιο του 2021 περί τα 171 ευρώ, ενώ 12 μήνες μετά – τον Ιούνιο του 2022 – το κόστος για το ίδιο ακριβώς καλάθι της νοικοκυράς έχει εκτοξευθεί στα 224 ευρώ. Και μπορεί η λίστα των αγαθών που αξιολογήθηκαν να είναι μακρά και να ξεπερνάει πιθανότατα ένα τυπικό καλάθι, ωστόσο η συνολική αύξηση των 53 ευρώ στο κόστος δεν μπορεί να αγνοηθεί. Στο καλάθι του ΙΝΚΑ έχει συμπεριληφθεί ένα ευρύ φάσμα ειδών διατροφής όπως γάλα, λάδι, ψωμί, ζυμαρικά, φρυγανιές, φακές, ρύζι, κρέατα, ψάρια, φρούτα, λαχανικά, τυροκομικά προϊόντα, αναψυκτικά.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΚΑ, το φρέσκο γάλα κοστίζει πλέον (Ιούνιος 2022) 1,41 ευρώ, από 1,18 ευρώ (Ιούνιος 2021), ενώ το παρθένο λάδι πωλείται για 8,25 ευρώ από 6,32 ευρώ πέρυσι. Ένα κιλό ψωμί πωλείται στα 2,60 ευρώ από 1,60 ευρώ πριν από 12 μήνες, ενώ η τιμή για το ψωμί του τοστ έχει φτάσει στα 1,88 ευρώ από 1,44 ευρώ πέρυσι. Για 1,53 ευρώ πωλούνται τα μακαρόνια, από 1,04 ευρώ που κόστιζαν πέρυσι, ενώ η τιμή για τις φρυγανιές έχει αυξηθεί στα 1,96 ευρώ, από 1,63 ευρώ τον Ιούνιο του 2021.

Για 500 γραμ. φακές (ψιλές) μια νοικοκυρά πρέπει πλέον να πληρώσει 2,03 ευρώ από 1,50 ευρώ πέρυσι, ενώ 500 γραμ. φασόλια (μέτρια) θα της στοιχίσουν φέτος 2,07 ευρώ από 1,68 ευρώ πριν από έναν χρόνο. Ένα κιλό ρύζι πωλείται πλέον από 3,56 ευρώ από 3,15 ευρώ πέρυσι, ενώ ένα λίτρο ηλιέλαιο πωλείται για 3,90 ευρώ, από 1,70 ευρώ πριν από έναν χρόνο. Το αρνί πωλείται προς 9,95 ευρώ το κιλό, από 7,35 ευρώ το κιλό τον Ιούνιο του 2021, ενώ το κατσίκι έχει φτάσει πλέον τα 10 ευρώ το κιλό – συγκεκριμένα 9,99 ευρώ – από 8,05 ευρώ πέρυσι. Στα 4,15 ευρώ πωλείται το κοτόπουλο, από 3,15 ευρώ πέρυσι. Η ελληνική φέτα πωλείται στα 9,95 ευρώ το κιλό, από 7,90 ευρώ πριν από ένα χρόνο, ενώ στα 12,35 ευρώ έχει φτάσει η γραβιέρα από 9,65 ευρώ πέρυσι. Ένα κιλό γιαούρτι κοστίζει πλέον 2,46 ευρώ από 2,30 ευρώ πέρυσι, ενώ η ζάχαρη πωλείται πλέον προς 1,20 ευρώ από 0,74 ευρώ πέρυσι.

Αισθητές ακόμη και οι εβδομαδιαίες αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων
Σημαντικό ενδιαφέρον παρουσιάζει την ίδια ώρα η πορεία διαμόρφωσης των τιμών και σε εβδομαδιαία βάση, με τις ανατιμήσεις να γίνονται αισθητές ακόμη και σε διάστημα 7 ημερών. Ενδεικτικά είναι τα τελευταία στατιστικά δελτία τιμών του Οργανισμού Κεντρικών Αγορών και Αλιείας (ΟΚΑΑ), ημερομηνίας 7 Ιουλίου, που αποτυπώνουν τις αυξημένες τιμές στις οποίες πωλούνται τα οπωρολαχανικά. Οι τιμές που ακολουθούν αφορούν στη χονδρική πώληση, οπότε δεν αποκλείεται να «τσιμπήσουν» ακόμη περισσότερο μέχρι τα προϊόντα να φτάσουν στους τελικούς καταναλωτές.

Πλέον, τα βλίτα πωλούνται με επικρατούσα τιμή στα 0,85 ευρώ από 0,80 ευρώ μόλις πριν μια εβδομάδα και έναντι 0,60 ευρώ πέρυσι. Τα φρέσκα κρεμμυδάκια πωλούνται πλέον έναντι 1,00 ευρώ από 0,90 ευρώ την προηγούμενη εβδομάδα, ενώ για τις χονδρές πιπεριές, η τιμή αγγίζει πλέον τα 1,10 ευρώ από 0,70 ευρώ πριν από επτά ημέρες! Με 0,85 ευρώ αγοράζει πλέον κανείς ραδίκια (άγρια καλλιεργούμενα) έναντι 0,80 ευρώ την περασμένη εβδομάδα, ενώ για 0,80 ευρώ πωλείται το σέλινο από 0,60 ευρώ πριν μια εβδομάδα. Στα 1,80 ευρώ διαμορφώνεται η τιμή στα κεράσια (τραγανά), από 1,60 την προηγούμενη εβδομάδα, ενώ τα ροδάκινα πωλούνται πλέον στα 1,30 ευρώ, από 1,20 πριν από μια εβδομάδα.

«Στενάζουν» καταναλωτές…
Την ίδια στιγμή, οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί βαίνουν από το κακό στο χειρότερο, με τους καταναλωτές να εκφράζουν έντονο προβληματισμό για το πώς θα κινηθεί το κύμα ακρίβειας μετά το καλοκαίρι.

Όπως προκύπτει από πρόσφατη έρευνα του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος, το ποσοστό των καταναλωτών που αγοράζουν προϊόντα με βασικό κριτήριο την χρηματική δαπάνη αυξήθηκε από 46% πέρυσι την ίδια εποχή σε 74% των 2022 με όλα τα υπόλοιπα κριτήρια να καταγράφουν μείωση. Αυτό το αποτέλεσμα δείχνει αφενός τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών και αφετέρου ότι η ανησυχία του κοινού σε σχέση με τις ανατιμήσεις έχει αυξηθεί σημαντικά.

Σε ό,τι αφορά το διαθέσιμο εισόδημα, η εκτίμηση των καταναλωτών είναι ότι οι αυξήσεις στο κόστος ενέργειας μειώνουν μεσοσταθμικά το διαθέσιμο εισόδημα τους κατά 17%, με 2 στους 3 καταναλωτές (66%) να δηλώνουν ότι το διαθέσιμο εισόδημα τους μειώνεται πάνω από 20%. Οι ανατιμήσεις αποτελούν και την κύρια ανησυχία των καταναλωτών σήμερα, σε ποσοστό 73%.

… και επιχειρήσεις
Εξαιρετικά δύσκολη είναι η κατάσταση και στην «αντίπερα όχθη». Η νέα πραγματικότητα που θέλει τους καταναλωτές να περιορίζουν σημαντικά τα έξοδά τους στα σούπερ μάρκετ, λόγω του κύματος ακρίβειας, πλήττει σε πολύ μεγάλο βαθμό την κατανάλωση, «ροκανίζοντας» ταυτόχρονα τις πωλήσεις των επιχειρήσεων του κλάδου της οργανωμένης λιανικής.

Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του ΙΕΛΚΑ, μια στις τέσσερις επιχειρήσεις τροφίμων αναμένει ζημιές για το 2022, στη σκιά της συρρίκνωσης της κατανάλωσης, καθώς ο κόσμος περιορίζει κατά πολύ τις αγορές του, ακόμη κι αν πρόκειται για το παραδοσιακό καλάθι της νοικοκυράς. Το επιχειρηματικό περιβάλλον για τις επιχειρήσεις τροφίμων κρίνεται ιδιαίτερα απαιτητικό, ενώ η αρνητική κατάσταση που καταγράφεται είναι δύσκολο να αναστραφεί άμεσα.

Όπως προκύπτει από την έρευνα, η πλειοψηφία των επιχειρήσεων - σε ποσοστό 56% - αναμένει χειρότερο οικονομικό αποτέλεσμα ως προς την κερδοφορία της το 2022, ενώ μόλις ένα 11% αναμένει καλύτερο οικονομικό αποτέλεσμα. Πρακτικά μόλις μια στις δύο επιχειρήσεις του κλάδου του λιανεμπορίου και της βιομηχανίας τροφίμων αναμένει κέρδη το 2022. Ωστόσο και από εκείνες που αναμένουν κέρδη, οι μισές εταιρείες αναμένουν οριακά κέρδη κάτω του 2%.

Τον κύριο ρόλο σε αυτή την εξέλιξη έχει διαδραματίσει η αύξηση του κόστους, οι ανατιμήσεις και η προσπάθεια συγκράτησης των τιμών. Σύμφωνα με τα στελέχη του κλάδου το κόστος ενέργειας είναι ο σημαντικότερος παράγοντας με το 100% των ερωτώμενων να αναγνωρίζουν αυτό το κόστος ότι επηρεάζει πολύ (15%) ή πάρα πολύ (85%) αυξητικά τις τιμές. Αντίστοιχα μεγάλη σημασία δίνεται στις διεθνείς τιμές πρώτων υλών με 98% (71% πάρα πολύ και 27% πολύ) και στα κόστη μεταφορών με 97% (61% πάρα πολύ και 36% πολύ) που σχετίζονται με τα καύσιμα. Για το σύνολο των ερωτώμενων ο πόλεμος στην Ουκρανία επιδρά αυξητικά στις τιμές των προϊόντων, 12% λίγο, 41% πολύ και 47% πάρα πολύ.