Οι κλιµατικοί κίνδυνοι θα µπορούσαν να εξαπλωθούν σε ολόκληρο το χρηµατοπιστωτικό σύστηµα, ιδίως σε περίπτωση άτακτης πράσινης µετάβασης, αναφέρουν σε κοινή έκθεση που δημοσίευσαν σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ESRB)

Οι απώλειες της χρηματοπιστωτικής αγοράς από την απότομη αναπροσαρμογή των κλιματικών κινδύνων θα μπορούσαν να επηρεάσουν τα επενδυτικά κεφάλαια και τους ασφαλιστές, καθώς και να προκαλέσουν εταιρικές χρεοκοπίες και πιστωτικές απώλειες για τις τράπεζες.

Αλυσιδωτές επιπτώσεις για τις εταιρείες
Η έκθεση προσδιορίζει αρκετούς παράγοντες ενίσχυσης του κλιματικού κινδύνου σε ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Οι κίνδυνοι μετάβασης μπορεί να μεγεθυνθούν λόγω των οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεσμών μεταξύ τραπεζών και εταιρειών. Για παράδειγμα, μια άνοδος των τιμών του άνθρακα θα μπορούσε να αυξήσει την πιθανότητα η χρεοκοπία μιας εταιρείας να οδηγήσει σε χρεοκοπία μιας άλλης. Αν και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για εταιρείες μεγάλης έντασης άνθρακα, θα μπορούσε επίσης να επηρεάσει τους αντισυμβαλλομένους τους με μικρότερη ένταση άνθρακα.

Εν τω μεταξύ, αλληλεξαρτώμενοι φυσικοί κίνδυνοι (πλημμύρες, πυρκαγιές κλπ) –μπορούν να ενισχύσουν τον κίνδυνο για το φυσικό κλίμα, καθώς μπορούν να συγκεντρωθούν και να αλληλοεπιδράσουν επιβαρυντικά. Η κατάσταση αυτή μπορεί επίσης να μεγεθύνει τον οικονομικό αντίκτυπο των φυσικών κινδύνων. Για παράδειγμα, ένα κλιματικό σοκ θα μπορούσε να οδηγήσει σε ξαφνική επανεκτίμηση της τιμολόγησης του κλιματικού κινδύνου, προκαλώντας έτσι ανατροπές καθώς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα – ειδικά αυτά με χαρτοφυλάκια με επικαλυπτόμενες δράσεις– πωλούν γρήγορα μεγάλο αριθμό εκτεθειμένων περιουσιακών στοιχείων και μάλιστα σε δυσμενείς τιμές.

Η ανάλυση σεναρίων υποδηλώνει ότι οι κλιματικοί κίνδυνοι ενδέχεται να επηρεάσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα με συγκεκριμένη σειρά. Πρώτον, οι απρόβλεπτοι κλιματικοί κλυδωνισμοί θα μπορούσαν να έχουν απότομο αντίκτυπο στις τιμές της αγοράς, πλήττοντας αρχικά τα χαρτοφυλάκια επενδυτικών ταμείων, συνταξιοδοτικών ταμείων και ασφαλιστικών εταιρειών. Δεύτερον, αυτή η ξαφνική ανατιμολόγηση θα μπορούσε να προκαλέσει χρεοκοπία εταιρειών, με αποτέλεσμα ζημίες για τις εκτεθειμένες τράπεζες. Σε ένα σενάριο άτακτης μετάβασης, που χαρακτηρίζεται από άμεση και ουσιαστική αύξηση των τιμών του άνθρακα, οι αντίστοιχες απώλειες στην αγορά των ασφαλιστών και των επενδυτικών κεφαλαίων θα μπορούσαν ενδεχομένως να ανέλθουν σε 3% και 25% σε περιουσιακά στοιχεία υπό έλεγχο ακραίων καταστάσεων βραχυπρόθεσμα.

Μια ομαλή μετάβαση προς τις καθαρές μηδενικές εκπομπές έως το 2050 θα μπορούσε να αμβλύνει τέτοιους κραδασμούς και να μετριάσει τις επιπτώσεις για τις εταιρείες και τις τράπεζες, μειώνοντας την πιθανότητα εταιρικών χρεοκοπιών κατά περίπου 13-20% το 2050 σε σύγκριση με τις σημερινές πολιτικές. Θα μειώσει επίσης τις πιστωτικές απώλειες για τις τράπεζες.