Ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για τη σταδιακή ενσωμάτωση των υποθηκοφυλακείων στα Γραφεία Κτηματολογίου, καθώς έως το καλοκαίρι θα πρέπει να προχωρήσει η μεταβάση στο νέο καθεστώς της πρώτης ομάδας απ’ αυτά και πριν από το τέλος του 2019 να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία για όλα.

Του Νίκου Γρυλλάκη

Την ίδια ώρα εντείνονται οι αντιδράσεις από τους άμισθους υποθηκοφύλακες, με αποτέλεσμα να μπλοκάρουν οι μεταβιβάσεις και χιλιάδες πολίτες να βρίσκονται σε κατάσταση ομηρείας. Η αποχή επ αόριστον στην οποία επιμένουν οι περισσότεροι υποθηκοφύλακες δεν επιτρέπει να ολοκληρωθούν πράξεις μεταβίβασης ακινήτων καθώς δεν παρέχονται τα αναγκαία πιστοποιητικά, ενώ ο πολίτης δεν έχει τη δυνατότητα να διορθώσει τυχόν λάθη στην κτηματογράφιση του ακινήτου του.

Η εξέλιξη αυτή επηρεάζει και τους πλειστηριασμούς ακινήτων στις περιοχές πάντα που δεν λειτουργεί το υποθηκοφυλακείο (στην Αθήνα δεν τίθεται τέτοιο θέμα γιατί το καθεστώς του υποθηκοφύλακα είναι διαφορετικό). Οι μόνες ''συναλλαγές'' που ολοκληρώνονται είναι αυτές που συνδέονται με την υπαγωγή στο νόμο Κατσέλη.

Οι ελάχιστοι άμισθοι υποθηκοφύλακες που δεν συμμετέχουν στην αποχή φέρονται να έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να ενσωματωθούν στο νέο φορέα με την ονομασία Ελληνικό Κτηματολόγιο οποίος συγκροτείται ήδη. Πρόκειται κυρίως για αποκαλούμενα «φτωχά» υποθηκοφυλακεία, σε περιοχές που τα ακίνητα δεν έχουν μεγάλη αξία και δεν γίνονται πολλές πράξεις, ώστε να αποφέρουν ικανά έσοδα για τη λειτουργία τους. Επίσης, πρόκειται και για ορισμένα στα οποία οι υποθηκοφύλακες είναι κοντά στη σύνταξη και έτσι δεν έχουν λόγο να μπουν στη διαδικασία της προσφυγής στη δικαιοσύνη.

Αντίθετα, έντονα αντιδρούν στην ενσωμάτωσή τους στον ενιαίο φορέα τα αποκαλούμενα «πλούσια» υποθηκοφυλακεία, όπως είναι αυτά των νησιών με μεγάλη τουριστική κίνηση και αρκετές μεταβιβάσεις ακινήτων π.χ. της Μυκόνου, της Κέρκυρας, της Μήλου, της Σύρου, της Σκιάθου ή περιοχών της Αττικής όπως του Παλαιού Φαλήρου, της Γλυφάδας, των Σπάτων και της Ερυθραία.

Τι προβλέπει ο νόμος

Σύμφωνα με τον πρόσφατο νόμο συστήνονται 16 Κτηματολογικά Γραφεία τα οποία πλαισιώνονται και από υποκαταστήματα: Κτηματολογικό Γραφείο Ανατ. Μακεδονίας και Θράκης με έδρα την Κομοτηνή, Θεσσαλονίκης με έδρα τη Θεσσαλονίκη, Κεντρικής Μακεδονίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη, Δυτικής Μακεδονίας με έδρα την Κοζάνη, Ηπείρου με έδρα τα Ιωάννινα, Θεσσαλίας με έδρα τη Λάρισα, Δυτικής Ελλάδας με έδρα την Πάτρα, Στερεάς Ελλάδας με έδρα τη Λαμία, Αθηνών με έδρα την Αθήνα, Αττικής με έδρα το Κορωπί, Πειραιώς και Νήσων με έδρα τον Πειραιά, Πελοποννήσου με έδρα την Τρίπολη, Βορείου Αιγαίου με έδρα τη Μυτιλήνη, Νοτίου Αιγαίου με έδρα την Ερμούπολη, Κρήτης με έδρα το Ηράκλειο και Κτηματολογικό Γραφείο Δωδεκανήσου με έδρα τη Ρόδο.

Προβλέπονται και 184 υποκαταστήματα, τα οποία θα καλύπτουν και τις αρμοδιότητες όλων των έμμισθων και άμισθων υποθηκοφυλακείων, που καταργούνται.

Ο νέος φορέας θα διαθέτει 1.300 θέσεις προσωπικού, ώστε να απορροφηθούν οι 238 άμισθοι και οι 257 δικαστικοί υπάλληλοι των υποθηκοφυλακείων, καθώς και οι 368 εργαζόμενοι στις υπηρεσίες του Κτηματολογίου. Επίσης προβλέπεται να ενισχυθεί με νομικούς και μηχανικούς, ώστε να καλυφθούν τα σημερινά κενά.

 Λίγη ιστορία...

Τα υποθηκοφυλακεία ιδρύθηκαν το 1856, με τον νόμο «Περί Μεταγραφών» (προηγουμένως τηρούνταν τα βιβλία υποθηκών). Η τελευταία προσπάθεια εκσυγχρονισμού του τρόπου λειτουργίας τους και της οργάνωσης των αρχείων τους έγινε το 1961 (το σχετικό διάταγμα εκδόθηκε το 1963) και θεωρήθηκε πολύ προχωρημένη για τα δεδομένα της εποχής. Το διάταγμα αυτό ποτέ δεν εφαρμόστηκε στο σύνολό του, ειδικά από τα υποθηκοφυλακεία της επαρχίας (εξ ου και τα προβλήματα), αν και έληγε η ισχύς του το 1965. Από τότε ως σήμερα ανανεώνεται κάθε χρόνο με πράξη της αρμόδιας διεύθυνσης του υπουργείου Δικαιοσύνης! Διακρίνονται σε έμμισθα, άμισθα, ειδικά.

Οι έμμισθοι ­ 18 τον αριθμό ­ υπηρετούν σε μεγάλες πόλεις της Ελλάδας, όπως η Αθήνα. Οι ειδικοί ­ 240 δικηγόροι, δικαστικοί και συμβολαιογράφοι, στους οποίους το κράτος εκχώρησε δημόσια εξουσία ­ επίσης υπηρετούν σε μεγάλες, αλλά και σε πιο μικρές πόλεις. Η αμοιβή των ειδικών υποθηκοφυλάκων καθορίζεται με ποσοστό από τα έσοδα του υποθηκοφυλακείου.

Διορίζονται από τον υπουργό Δικαιοσύνης (μετά από την απλή συμβουλευτική γνώμη ενός συμβουλίου, την οποία ο υπουργός δεν είναι υποχρεωμένος να λάβει υπόψη του), εφαρμόζοντας έναν νόμο που ισχύει από το 1940.Τα ετήσια έσοδα των υποθηκοφυλακείων κυμαίνονται από 10 έως 15 εκ ευρώ , ανάλογα με τη φάση στην οποία βρίσκεται η κτημαγορά.