Οδηγίες στην κυβέρνησή του προκειμένου να εκκινήσει τη διαδικασία τερματισμού των ειδικών εμπορικών εξαιρέσεων που απολάμβανε το Χονγκ Κονγκ, σε απάντηση για το σχέδιο της Κίνας να εφαρμόσει το νέο νόμο «ασφάλειας» έδωσε ο Τραμπ που ανακοίνωσε επίσης τον τερματισμό κάθε σχέσης με τον ΠΟΥ, τον οποίο κατηγόρησε ότι βρίσκεται υπό τον πλήρη έλεγχο του Πεκίνου.

H ανακοίνωση του Αμερικανού προέδρου γίνεται την ώρα που επικρατεί μεγάλη ένταση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας: ο δισεκατομμυριούχος πρόεδρος έχει ανεβάσει τους τόνους τις τελευταίες εβδομάδες κατηγορώντας το Πεκίνο ότι ευθύνεται για την εξάπλωση του νέου κορονοϊού σε όλο τον κόσμο και έχει υποσχεθεί αντίποινα.

Ο Τραμπ τερματίζει το ειδικό καθεστώς του Χονγκ Κονγκ

Ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στον Λευκό Οίκο, υποστήριξε ότι η Κίνα "δεν τήρησε τον λόγο της" σε ό,τι αφορά την αυτονομία του Χονγκ Κονγκ. Χαρακτήρισε μάλιστα "τραγωδία" για τον λαό του Χονγκ Κονγκ, την Κίνα και τον κόσμο όλο τον νέο νόμο.

"Το Χονγκ Κονγκ δεν είναι πλέον αρκετά αυτόνομο για να δικαιολογείται το ειδικό καθεστώς που του είχαμε επιφυλάξει" μετά την επιστροφή του εδάφους αυτού στην Κίνα. Η κατάργηση αυτών των εξαιρέσεων θα επηρεάσει το σύνολο των συμφωνιών με το Χονγκ Κονγκ, από εκείνην που αφορά την έκδοση υπόπτων μέχρι τον έλεγχο των εξαγωγών τεχνολογίας διπλής χρήσης, διευκρίνισε ο Τραμπ, σημειώνοντας ότι θα υπάρξουν "ελάχιστες εξαιρέσεις".

Ο κινεζικός νόμος εθνικής ασφάλειας για το Χονγκ Κονγκ

Οι ΗΠΑ καταγγέλλουν εδώ και ημέρες τον αμφιλεγόμενο νόμο για την εθνική ασφάλεια τον οποίο η Κίνα θέλει να επιβάλει τον Χονγκ Κονγκ. Εκτιμούν ότι πρόκειται για κεκαλυμμένο τρόπο να φιμωθεί η αντιπολίτευση στην πρώην βρετανική αποικία και να περιοριστούν οι ελευθερίες των πολιτών της, κάτι που το Πεκίνο διαψεύδει κατηγορηματικά.

Η επιστροφή του Χονγκ Κονγκ στην Κίνα έγινε βάση της αρχής “μία χώρα, δύο συστήματα”, η οποία επέτρεψε στο έδαφος αυτό να διατηρήσει ελευθερίες άγνωστες στην ηπειρωτική Κίνα, κυρίως μια ελεύθερη οικονομία, ανεξάρτητο δικαστικό σύστημα, ελευθερία έκφρασης και κοινοβούλιο ένα μέρος του οποίου εκλέγεται από τους πολίτες.

Το γεγονός αυτό ώθησε πολλές χώρες, ανάμεσά τους οι ΗΠΑ, να ψηφίσουν νόμους που επιτρέπουν τις συναλλαγές με το Χονγκ Κονγκ ως μια ανεξάρτητη εμπορική οντότητα.

Στόχος οι Κινέζοι φοιτητές και οι εταιρείες

Δηλώνοντας ότι επιθυμεί να εγγυηθεί την ασφάλεια της πανεπιστημιακής έρευνας “ζωτικής σημασίας για τη χώρα”, ο Τραμπ υπέγραψε διάταγμα με το οποίο απαγορεύεται η είσοδος στις ΗΠΑ “σε κάποιους Κινέζους πολίτες”, ανάμεσά τους και φοιτητές, οι οποίοι έχουν χαρακτηριστεί “δυνητικοί κίνδυνοι” για την εθνική ασφάλεια της χώρας.

“Εδώ και χρόνια η κινεζική κυβέρνηση επιδίδεται σε κατασκοπεία για να κλέψει τα βιομηχανικά μυστικά μας”, κατήγγειλε ο Αμερικανός πρόεδρος.

Σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Εκπαίδευσης (IIE), οι Κινέζοι αποτελούν την πλειονότητα των αλλοδαπών φοιτητών στις ΗΠΑ, με τον αριθμό τους το ακαδημαϊκό έτος 2018-19 να φτάνει σχεδόν τις 370.000, το ένα τρίτο του συνόλου.

Εξάλλου ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι θα ζητήσει από την ομάδα εργασίας του Λευκού Οίκου που είναι αρμόδια για τις χρηματοπιστωτικές αγορές να ερευνήσουν τις κινεζικές εταιρείες που είναι εισηγμένες στο αμερικανικό χρηματιστήριο.

Στόχος του είναι, όπως εξήγησε ο ίδιος, “να προστατευθούν οι Αμερικανοί επενδυτές”, χωρίς ωστόσο να διευκρινίσει ποιες είναι οι ανησυχίες του σχετικά με τις κινεζικές εταιρείες.

“Οι επενδυτικές εταιρείες δεν θα πρέπει να υποβάλλουν τους πελάτες τους στους κρυφούς και ανώφελους κινδύνους που συνδέονται με τις κινεζικές εταιρείες οι οποίες δεν παίζουν με τους ίδιους κανόνες”, περιορίστηκε να δηλώσει ο Τραμπ.

Αντιδράσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ

Οι Δημοκρατικοί είδαν σε αυτή την ξαφνικά αυστηρή στάση του Αμερικανού προέδρου έναν τρόπο να κρύψει την αποτυχία του στη διαχείριση της πανδημίας covid-19 που έχει κοστίσει τη ζωή σε περισσότερους από 100.000 ανθρώπους στις ΗΠΑ.

“Απλώς αξιολύπητο”, σχολίασε ο Τσακ Σούμερ επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία.

“Ο πρόεδρος θέλει να εκτρέψει την προσοχή από τις ελλείψεις του στην Κίνα και άρα κάνει ό,τι κάνει για τους λάθος λόγους”, εκτίμησε ο Έλιοτ Ένγκελ της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων.

Στο Χονγκ Κονγκ η τοπική κυβέρνηση άφησε να εννοηθεί ότι θα υπάρξει αντίδραση στην απόφαση των ΗΠΑ. “Οι κυρώσεις δεν είναι πάντα μονομερής και η χώρα μας (η Κίνα) έχει ανακοινώσει ότι θα εφαρμόσουμε αντίμετρα”, δήλωσε σήμερα ο επικεφαλής εσωτερικής ασφάλειας Τζον Λι.

Βαριές κατηγορίες Τραμπ κατά ΠΟΥ: Παραπλάνησε τον κόσμο εξαιτίας κινεζικών πιέσεων

Κατηγορώντας εκ νέου την Κίνα ότι έχει τον «πλήρη έλεγχο» του ΠΟΥ τον οποίο εγκάλεσε για τον τρόπο αντιμετωπισης της πανδημίας του κορωνοϊού, ο ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε τη διακοπή κάθε σχέσης με τον Οργανισμό.

Η απόφαση να αποχωρήσουν από τον ΠΟΥ, στον οποίο οι ΗΠΑ εντάχθηκαν το 1948, έρχεται την ώρα που οξύνεται η ένταση μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου λόγω της covid-19. Ο νέος κορονοϊός πρωτοεμφανίστηκε στην πόλη Ουχάν της Κίνας πέρσι.

Μιλώντας από τον Κήπο των Ρόδων ο Τραμπ επεσήμανε ότι οι Κινέζοι αξιωματούχοι “αγνόησαν την υποχρέωσή τους να αναφέρουν” στον ΠΟΥ την εμφάνιση του ιού, από τον οποίο έχουν χάσει τη ζωή τους εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι παγκοσμίως, και πίεσαν τον οργανισμό “να παραπλανήσει τον κόσμο”.

“Η Κίνα έχει πλήρη έλεγχο πάνω στον ΠΟΥ παρά το γεγονός ότι καταβάλει μόνο 40 εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο, σε σύγκριση με αυτά που πληρώνουν οι ΗΠΑ που είναι περίπου 450 εκατομμύρια δολάρια ετησίως”, κατήγγειλε ο Αμερικανός πρόεδρος.

Η χρηματοδότηση του ΠΟΥ

Η απόφαση των ΗΠΑ ακολουθεί τη δέσμευση που έκανε ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ την προηγούμενη εβδομάδα να καταβάλει 2 δισεκατομμύρια δολάρια στον ΠΟΥ τα επόμενα δύο χρόνια προκείμενου να τον βοηθήσει να καταπολεμήσει την πανδημία του κορονοϊού. Το ποσό αυτό είναι ίσο με ολόκληρο τον ετήσιο προϋπολογισμό του οργανισμού πέρυσι.

Ο Τραμπ ανέστειλε τον Απρίλιο τη χρηματοδότηση του ΠΟΥ και στη συνέχεια στις 18 Μαΐου έστειλε επιστολή στον οργανισμό ζητώντας του να δεσμευθεί σε μεταρρυθμίσεις μέσα σε διάστημα 30 ημερών.

“Επειδή απέτυχαν να εφαρμόσουν τις μεταρρυθμίσεις που ζητήσαμε και οι οποίες είναι απολύτως αναγκαίες, σήμερα τερματίζουμε τη σχέση μας με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και προωθούμε τους πόρους μας προς άλλες παγκόσμιες, επείγουσες υγειονομικές ανάγκες που το αξίζουν”.

Προς το παρόν δεν είναι ξεκάθαρο πότε θα τεθεί σε εφαρμογή η απόφαση των ΗΠΑ. Σύμφωνα με απόφαση του Κογκρέσου των ΗΠΑ το 1948, η χώρα “διατηρεί το δικαίωμα να αποχωρήσει από τον οργανισμό αφού τον ενημερώσει σχετικά ένα χρόνο νωρίτερα”.

Καμία αντίδραση από ΠΟΥ

“Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι ο ΠΟΥ είναι μια πλατφόρμα συνεργασίας μεταξύ των χωρών”, δήλωσε η Ντόνα ΜακΚέι εκτελεστική διευθύντρια των Physicians for Human Rights. “Η αποχώρηση από αυτόν τον κρίσιμης σημασίας θεσμό εν μέσω μιας ιστορικής πανδημίας θα έχει αρνητικές επιπτώσεις για τους ανθρώπους τόσο στις ΗΠΑ όσο και σε όλο τον κόσμο”.

Οι ΗΠΑ οφείλουν στον ΠΟΥ αυτή τη στιγμή περισσότερα από 200 εκατομμύρια δολάρια σε συνεισφορές, σύμφωνα με τον ιστότοπο του οργανισμού. Η Ουάσινγκτον παρέχει επίσης αρκετά εκατομμύρια δολάρια ετησίως ως εθελοντική χρηματοδότηση προγραμμάτων του ΠΟΥ, όπως αυτά για την πολιομυελίτιδα, την ηπατίτιδα, τη φυματίωση και το HIV.

Ο Άμες Α. Αντάλζα του Johns Hopkins Center for Health Security δήλωσε ότι ουσιαστικά η απόφαση του Τραμπ δεν θα επιφέρει μεγάλη αλλαγή στα προγράμματα του ΠΟΥ.

“Από συμβολική και ηθική άποψη είναι η λάθος κίνηση εν μέσω μιας πανδημίας και φαίνεται να έχει στόχο οι ΗΠΑ να αποποιηθούν των ευθυνών τους για όσα απέτυχαν να κάνουν και να κατηγορήσουν τον ΠΟΥ”, εκτίμησε.

Όταν ο Τραμπ ανακοίνωσε την αναστολή της χρηματοδότησης του οργανισμού τον προηγούμενο μήνα δύο δυτικοί διπλωμάτες είχαν σχολιάσει ότι αυτή η κίνηση βλάπτει περισσότερο πολιτικά τον ΠΟΥ από τα προγράμματά του, τα οποία έχουν ήδη χρηματοδοτηθεί για φέτος.

Όταν ρωτήθηκε για την απόφαση των ΗΠΑ εκπρόσωπος του ΟΗΕ απάντησε: “Ζητάμε συνεχώς από όλες τις χώρες να στηρίζουν τον ΠΟΥ”.

“Ο ΠΟΥ είναι το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησε του κόσμου για τις μολυσματικές ασθένειες”, επεσήμανε από την πλευρά της η Δημοκρατική βουλευτής Νίτα Λόουι. “Τώρα, εν μέσω μιας παγκόσμιας πανδημίας που έχει κοστίσει τη ζωή σε περισσότερους από 100.000 Αμερικανούς, δεν είναι ώρα να θέσουμε τη χώρα σε περαιτέρω κινδύνους”.