Η ΝΔ συνεχίζει να αμφισβητεί την καθαρή έξοδο από τα μνημόνια. Σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού- Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM» ο κ. Φορτσάκης υποστήριξε ότι «καθαρή έξοδος δεν πρόκειται να συμβεί με βάρη δανεισμού στο 4%-4,5%.

«Καθαρή έξοδος, ουσιαστική, θα υπήρχε εάν η Ελλάδα είχε αποκτήσει μία τέτοια ευχέρεια, ώστε να μπορεί να εξυπηρετεί το χρέος της από τις διεθνείς αγορές, χωρίς να επωμίζεται βάρη, τα οποία να είναι μεγαλύτερα του μέσου όρου εκείνων που εξυπηρετούν, τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη και αυτό δυστυχώς ξέρουμε ότι δεν πρόκειται να συμβεί και ότι τα βάρη του δανεισμού θα φθάσουν το 4-4,5%, έναντι του 1,5% που παίρνουμε σήμερα» δήλωσε ο κ. Φορτσάκης.

Ερωτηθείς σχετικά με την επομένη της ολοκλήρωσης του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, τον προσεχή Αύγουστο, ο κ. Φορτσάκης σημείωσε: «Να φύγουμε και από το μνημόνιο και από την πιστωτική γραμμή, αφού θέλουμε να είμαστε ανεξάρτητοι, αλλά η ανεξαρτησία σημαίνει ότι έπρεπε να έχουμε λάβει και μέτρα, ώστε να μπορεί η οικονομία μας να λειτουργήσει». Επισήμανε, δε, πως το ποσό του πλεονάσματος, που αποτυπώνεται στις ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ «είναι υπερβολικό, πολύ περισσότερο από αυτό που είχε προβλεφθεί -σχεδόν διπλάσιο», διερωτώμενος «γιατί φτάσαμε σε αυτή την κατάσταση».

«Η κυβέρνηση», διευκρίνισε, «μάζεψε τα χρήματα αυτά με υπεραφαίμαξη και στέρηση ρευστότητας από την αγορά, για να τα χρησιμοποιήσει κάποια στιγμή σαν μαξιλάρι και για να εξυπηρετήσει στόχους, οι οποίοι είναι περισσότερο μικροπολιτικοί, παρά εθνικοί».

«Το πλεόνασμα των 7 δισ. πρέπει κανείς να το δει μαζί με ένα μεγάλο εσωτερικό δανεισμό -τα χρήματα που έχει σηκώσει η κυβέρνηση από τους φορείς της γενικής κυβέρνησης- ο οποίος αυτή την ώρα αγγίζει τα 11 δισεκατομμύρια. Έχουμε μία αταξία την οποία υπερκαλύπτει επικοινωνιακά το πλεόνασμα, το οποίο ακόμη δεν ξέρουμε πώς θα χρησιμοποιηθεί», πρόσθεσε.

Σχετικά με τη συζήτηση για τα εξοπλιστικά προγράμματα, ο κ. Φορτσάκης έκανε λόγο για «συνεχείς αντιφάσεις, στις οποίες πέφτει η κυβέρνηση, διότι από τη μία ακούμε μία δήλωση, από την άλλη ακούμε μία άλλη δήλωση σε ένα θέμα το οποίο είναι εξαιρετικά σοβαρό, όπως είναι της Άμυνάς μας και των εξοπλισμών μας».