«Το γεγονός ότι φαίνεται πως δεν ανανεώνει τη Navtex είναι ένα θετικό βήμα και ως τέτοιο το αξιολογούμε και το παρακολουθούμε» δήλωσε, σε συνέντευξή του στον ΣΚΑΙ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, τονίζοντας ότι «το βασικό ζητούμενο όλο το προηγούμενο διάστημα ήταν να υπάρξει μία κίνηση έμπρακτης αποκλιμάκωσης από πλευρά της Τουρκίας».

 

«Δεν αφήνουμε να περάσει από την προσοχή μας η δήλωση του Αμερικανού υπουργού εξωτερικών χθες από την Κύπρο που εξέφρασε την πεποίθηση ότι πάμε σε μία τέτοια κατεύθυνση. Αυτό είναι σημαντικό γιατί έχουμε πει και στο παρελθόν ότι είναι πολύ μεγάλο το βάρος των ΗΠΑ για να το αγνοήσει κανείς. Έχουμε και την αποφασιστική στάση της Ευρώπης. ''Αρα ο κ. Ερντογάν και η Τουρκία πρέπει να σταθμίσουν ότι ήταν πολύ κοντά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στην επιβολή των κυρώσεων. Από κει και πέρα για να αποφύγει κανείς τις κυρώσεις πρέπει να χει συνέπεια και συνέχεια αυτή η στάση της αποκλιμάκωσης. Αυτό περιμένουμε να το δούμε και τις επόμενες μέρες», πρόσθεσε.

Αναφορικά με το πακέτο μέτρων που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, ο κ. Πέτσας τόνισε ότι «δίνει μια τρομερή ώθηση στην ελληνική οικονομία. Δεν απαντά μόνο την ανάγκη να στηρίξουμε όσους επλήγησαν από την πανδημία του κορονοϊού, αλλά προχωράει και πιο πέρα. Περιλαμβάνει δημοσιονομικά μέτρα περίπου 7 δισ. ευρώ και προγράμματα που αφορούν στην ενίσχυση ρευστότητας από το τραπεζικό σύστημα -δεν μιλάω για την επιστρεπτέα προκαταβολή- τουλάχιστον 3 δισ. ευρώ. Είναι ένα πακέτο περίπου 10 δισ. ευρώ για το επόμενο χρονικό διάστημα, μέχρι του χρόνου τέτοιο καιρό, που δίνει μια ώθηση στην ελληνική οικονομία πάνω από 5 μονάδες του Α.Ε.Π.. Είναι τεράστια νούμερα που δείχνουν ότι δεν υπάρχει καμία ιδεολογική αγκύλωση και πως το μόνο που έχει μπροστά του ο Πρωθυπουργός είναι το συμφέρον της χώρας και η στήριξη του κόσμου της εργασίας, της ελληνικής κοινωνίας. Πρώτον γιατί οι ίδιοι οι εργαζόμενοι και συνταξιούχοι θα δουν το εισόδημά τους να ανεβαίνει, άρα θα έχουν μια αναπλήρωση αυτών που υπέστησαν λόγω της κρίσης. Και δεύτερον, γιατί η εμπιστοσύνη που έχουμε χτίσει στις αγορές -και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό- εμπεδώνεται, επειδή όλοι καταλαβαίνουν τι πάμε να κάνουμε. Πάμε να αναπληρώσουμε μια καθίζηση από ένα εξωγενή παράγοντα, όπως η πανδημία του κορονοϊού. Η εμπιστοσύνη που έχει οικοδομηθεί μας δίνει τη δυνατότητα να έχουμε αυτά τα χρήματα να τα ρίξουμε στην αγορά». Είπε, μάλιστα, ότι «τα χρήματα αυτά είναι πλέον στο τραπέζι και δεν είναι στο συρτάρι. Υπάρχει η δυνατότητα στον κρατικό Προϋπολογισμό να τα διαθέσει με ασφάλεια, εμπεδώνοντας συνεχώς την εμπιστοσύνη». Μίλησε επίσης αναλυτικά για την επιστρεπττέα προκαταβολή, την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης αλλά και για το ότι «δεν υπάρχει καμία μείωση στις συντάξεις», υπογραμμίζοντας πως ο πρωθυπουργός στη σημερινή συνέντευξη Τύπου, θα αποσαφηνίσει και τον χρονικό του ορίζοντα και τις προθέσεις του.

Για τη «δεύτερη ευκαιρία» στους δανειολήπτες, τόνισε ότι ο πρωθυπουργός βάζει «στο τραπέζι δύο μηχανισμούς: τον προληπτικό και τον κατασταλτικό. Ο πρώτος, ο προληπτικός, λέει ότι αν κάποιος δανειολήπτης έχει μια δυσκολία να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, μπορεί να απευθυνθεί στους πιστωτές του, στις τράπεζες, στο Δημόσιο, στα ασφαλιστικά ταμεία και να πει ότι «αυτό είναι το εισόδημά μου, ελάτε να συμφωνήσουμε τι μπορώ να δίνω σε εσάς, εσείς να εισπράττετε τη δόση σας κι εγώ να μπορώ να ζω την οικογένειά μου». Αυτό χτυπά στον οφειλέτη ένα καμπανάκι κινδύνου για να μην φτάσει στο δεύτερο στάδιο, να πτωχεύσει. Έτσι θα προχωρήσουμε σιγά-σιγά να αντιμετωπίσουμε αυτό το τεράστιο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, που είναι το πολύ μεγάλο ιδιωτικό ληξιπρόθεσμο χρέος».

Για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έκανε σαφές πως «από τον Απρίλιο λέγαμε ότι οι αναστολές των φορολογικών υποχρεώσεων σωρεύουν ένα μεγάλο ποσό. Δεν θα αφήσουμε, όμως, το ποσό αυτό να γίνει χιονοστιβάδα και να πνίξει τους Έλληνες φορολογούμενους, αλλά, αντίθετα, θα επεκτείνουμε σε βάθος χρόνου την αποπληρωμή αυτών των οφειλών. Θα μπορεί κάποιος σε 12 ή 24 δόσεις να πληρώνει με μεγαλύτερη άνεση τις τρέχουσες οφειλές του και τα παλιά χρέη».

Υπογράμμισε, επίσης, πως «οι παρεμβάσεις για την απασχόληση έχουν διπλή στόχευση. Πρώτο, να παραμείνουν στη θέση τους εργαζόμενοι που θα κινδύνευαν, λόγω της κρίσης που προκαλεί η πανδημία και δεύτερο να προσληφθούν νέοι εργαζόμενοι, με ιδιαίτερη πρόνοια για τους μακροχρόνια άνεργους. Έχουμε προϋπολογίσει εκατό χιλιάδες θέσεις, ένα νούμερο το οποίο είναι σημαντικό. Τους τελευταίους μήνες δοκιμάζουμε προγράμματα για την απασχόληση. Όποιο πρόγραμμα δουλεύει, επεκτείνεται -ενισχύεται, όποιο πρόγραμμα δεν δουλεύει, αναπροσαρμόζεται. Το βάρος των ασφαλιστικών εισφορών είναι μεγάλο για τις επιχειρήσεις και το σκέφτονται πάρα πολύ όταν θέλουν να προσλάβουν έναν εργαζόμενο. Το μειώνουμε δραστικά. Και θα προχωρήσουμε έτσι, γιατί νοιαζόμαστε για τον κόσμο της εργασίας. Θέλουμε να είναι στη θέση του και να πάρει μερίδιο από την επανεκκίνηση της οικονομίας μόλις ξεπεράσουμε την κρίση».

Για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, ανέφερε πως υπάρχει η δυνατότητα «να ενισχύσουμε και την Αεροπορία και το Ναυτικό και τον Στρατό με μέσα τα οποία θα είναι πιο άμεσης απόδοσης, μεσοπρόθεσμης, προκειμένου να έχουμε ενίσχυση της αποτρεπτικής μας δύναμης γρηγορότερα παρά αργότερα».

Κλείνοντας, απέκλεισε το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών επισημαίνοντας πως «δεν κινούμαστε με βάση τις φωτογραφίες της στιγμής, την αποτύπωση που κάνει μια δημοσκόπηση. Αυτό που μας νοιάζει είναι να κάνουμε τη ζωή των Ελλήνων καλύτερη. Εφόσον ο πρωθυπουργός βρίσκεται στο τιμόνι της χώρας, εν μέσω μιας τέλειας καταιγίδας που συνιστά η πανδημία του κορονοϊού, η τουρκική προκλητικότητα, τα ζητήματα του προσφυγικού-μεταναστευτικού, μέλημα του πρωθυπουργού είναι να μπορέσει να κυβερνήσει το καράβι και να το φτάσει εκεί που πρέπει. Και θα το φτάσει εκεί που πρέπει με την τήρηση όλων των προεκλογικών του υποσχέσεων το 2023. Και θα ξανακριθεί από τους Έλληνες».