Τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών σε Ελλάδα και Ιταλία σχολιάζει σε σημερινό της άρθρο η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt, ψάχνοντας τις αιτίες που έφεραν την πτώση των τραπεζικών μετοχών αλλά και προβλέποντας την επόμενη ημε΄ρα.

Η πτώση των τραπεζικών μετοχών σε Ελλάδα και Ιταλία αποτελούν συμπτώματα δύο διαφορετικών αιτιών, σημειώνει η Handelsblatt και προσθέτει: Οι ελληνικές τράπεζες πιέζονται από το μεγάλο όγκο μη εξυπηρετούμενων δανείων. Στην Ιταλία η επιθετική δημοσιονομική πολιτική της λαϊκιστικής κυβέρνησης θέτει τις τράπεζες υπό πίεση. Και οι δύο περιπτώσεις μαζί προκαλούν φόβο για μια νέα τραπεζική κρίση στη νότια Ευρώπη. Στην περίπτωση της Ελλάδας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της οκταετούς κρίσης, αλλά και της ανεύθυνης χορήγησης δανείων σε μη αξιόχρεους πελάτες, μεταξύ αυτών πολιτικά κόμματα και ΜΜΕ, προστίθεται στο ίδιο δημοσίευμα.

«Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: οι επενδυτές έχασαν 37 δισ. ευρώ στο Χρηματιστήριο του Μιλάνου από μετοχές ιταλικών τραπεζών από τα μέσα Μαΐου, είχαν δηλαδή απώλειες αξίας της τάξεως του ενός τετάρτου». Ενώ «στην Αθήνα, ο τραπεζικός δείκτης υποχώρησε την Τετάρτη σε μια και μόνο ημέρα κατά 9%, η δε Τράπεζα Πειραιώς έχασε το ένα πέμπτο της αξίας της» αναφέρει η γερμανική οικονομική εφημερίδα, η οποία όμως επισημαίνει ότι «οι απώλειες στην Ελλάδα και την Ιταλία είναι σύμπτωμα δύο διαφορετικών αιτιών. Στην Ελλάδα, οι τράπεζες προσπαθούν να απαλλαγούν από το τεράστιο βάρος των "κόκκινων" δανείων, στην Ιταλία είναι η επιθετική πολιτική προϋπολογισμού της νέας λαϊκιστικής κυβέρνησης εκείνη η οποία προκαλεί πίεση στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα».

Ειδικά για την Ελλάδα, η γερμανική εφημερίδα γράφει ότι: «Το μεγαλύτερο πρόβλημα των ελληνικών τραπεζών είναι ο πιστωτικός κίνδυνος. Δάνεια ύψους 88,6 δισ. ευρώ δεν εξυπηρετούνται ή θεωρούνται ότι αντιμετωπίζουν τέτοιο κίνδυνο. Το ποσοστό αυτών των απαιτήσεων αντιστοιχεί περίπου στο 48% του συνόλου των δανείων ή σχεδόν στο 50% του ελληνικού ΑΕΠ. Αυτό δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της 8ετούς κρίσης». Ως εκ τούτου τώρα φαίνεται «η απροσεξία των ελληνικών τραπεζών να δανείζουν σε αμφιβόλου φερεγγυότητας δανειολήπτες μεταξύ των οποίων πολιτικά κόμματα και Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης. Τέτοιου είδους δάνεια θα πρέπει τώρα οι Τράπεζες να τα διαγράψουν».

«Οι ελληνικές τράπεζες έχουν δεσμευθεί απέναντι στο Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να μειώσουν τα κόκκινα δάνεια έως τα τέλη του 2018 σε 88,3 δισ. ευρώ και την επόμενη χρονιά σε 64,6 δισ. ευρώ, κάτι που αντιστοιχεί περίπου σε ποσοστό 35%. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες οικονομικών κύκλων τα χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα θέλουν να ακολουθήσουν τώρα μια πιο επιθετική μείωση των πιστωτικών κινδύνων. Θέλουν να προτείνουν στην ΕΚΤ τη μείωση των "κόκκινων" δανείων κατά 60% έως το 2021 σε περίπου 35-40 δισ. ευρώ, ένα μήνυμα το οποίο προκάλεσε τις δραματικές απώλειες της Τετάρτης», σύμφωνα με την Handelsblatt.

«Μετά τη δραματική κλιμάκωση της προηγούμενης εβδομάδας, η ελληνική κυβέρνηση επεξεργάζεται προφανώς ένα σχέδιο βοήθειας για τις τράπεζες. Οι επενδυτές όμως είναι ακόμα επιφυλακτικοί, διότι μέχρι στιγμής δεν είναι γνωστές οι λεπτομέρειές του. Υπό τις νέες, αυστηρότερες ρυθμίσεις της ΕΕ, δεν μπορεί πλέον να υπάρξει μια χρηματοδοτούμενη από την κυβέρνηση bad bank, η οποία να αγοράζει τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών. Για αυτό και οικονομικοί κύκλοι αναφέρουν -όπως ισχυρίζεται η γερμανική εφημερίδα- ότι «στην Ελλάδα εξετάζεται μια άλλη λύση: τα κόκκινα δάνεια θα αναληφθούν από ιδιώτες επενδυτές, το δε κράτος θα εξασφαλίσει μεμονωμένες δόσεις. Στη συνέχεια, αν κάτι πάει στραβά με τα επισφαλή δάνεια, το κράτος θα αποζημιώσει μόνο μερικές από τις ζημίες, όχι όλες». Οι κρατικές εγγυήσεις θα μπορούσαν να προέρχονται από ένα αποθεματικό 24 δισ. ευρώ, που η Ελλάδα έχει δημιουργήσει για την περίοδο μετά το τέλος του προγράμματος βοήθειας» συνεχίζει η γερμανική εφημερίδα, προσθέτοντας ότι «το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας έχει ήδη εκπονήσει εδώ και καιρό ένα τέτοιο σχέδιο σωτηρίας το οποίο έχει παρουσιάσει στην ελληνική κυβέρνηση, σύμφωνα με τραπεζικού κύκλους της Αθήνας. Ένα παρόμοιο σχέδιο βοήθησε τις ιταλικές τράπεζες. Στα τέλη του 2017 τα «κόκκινα» δάνεια ανέρχονταν σε 86 δισ. ευρώ και εν τω μεταξύ μόνο σε 40 δισ. ευρώ», όπως υπενθυμίζει η Handelsblatt.