«Για την Ελλάδα, υπάρχει τελικά φως στο τούνελ», γράφει η Wall Street Journal σε σημερινό της δημοσίευμα.

Σύμφωνα με την εφημερίδα, «μετά από οκτώ σχεδόν χρόνια οικονομικής και πολιτικής αναταραχής, η χώρα βρίσκεται σε απόσταση βολής από την αποδέσμευσή της από το καθεστώς των μνημονίων, που υπήρξε τραυματικό για τους πολίτες και δημιούργησε δυσάρεστες εντάσεις στην ευρωζώνη».

Ακολουθεί το δημοσίευμα:

Για την Ελλάδα, υπάρχει τελικά φως στο τούνελ. Μετά από οκτώ σχεδόν χρόνια οικονομικής και πολιτικής αναταραχής, χώρα βρίσκεται σε απόσταση βολής από την αποδέσμευσή της από το καθεστώς των μνημονίων, που υπήρξε τραυματικό για τους πολίτες και δημιούργησε δυσάρεστες εντάσεις στην ευρωζώνη.

Με την Αθήνα και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ανυπόμονες να αφήσουν πίσω τους το ελληνικό δράμα, η έξοδος από το πρόγραμμα στήριξης, όταν αυτό λήξει τον Αύγουστο, φαίνεται πιθανή. «Η [ευρωπαϊκή] κρίση τελειώνει εκεί όπου ξεκίνησε, στο Νότο. Τελειώνει ουσιαστικά και συμβολικά εκεί όπου ξεκίνησε, με την έξοδο της Ελλάδας [από το καθεστώς των μνημονίων] τον Αύγουστο του 2018 », δήλωσε ο Α. Τσίπρας κατά την πρόσφατη σύνοδο των ηγετών των χωρών της Νότιας Ευρώπης.

Οι προσεχείς μήνες πάντως θα καθορίσουν το κατά πόσον η Αθήνα θα εξασφαλίσει την πολυπόθητη καθαρή έξοδο, ή αν το όποιο μεταμνημονιακό πρόγραμμα θα συνοδεύεται από πολιτικά ευαίσθητους όρους, ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη της κρίσης χρέους.

Το ελληνικό κοινοβούλιο ενέκρινε την Δευτέρα το τελευταίο πακέτο μεταρρυθμίσεων που είχαν απαιτηθεί από τους πιστωτές με αντάλλαγμα την εκταμίευση χρημάτων του προγράμματος. Η ταχεία έγκρισή του ανοίγει τον δρόμο για συνομιλίες σχετικά με τις τελικές μεταρρυθμίσεις που πρέπει να εφαρμόσει η Αθήνα, ώστε να διαμορφώσει την οικονομία και τα δημοσιονομικά της μεγέθη με τρόπο που να μην εξαρτώνται από τα σωσίβια των Ευρωπαίων και διεθνών πιστωτών. Οι συζητήσεις για το μεταμνημονιακό μέλλον της Ελλάδας θα ξεκινήσουν πιθανότατα τον Απρίλιο στο πλαίσιο των εαρινών συναντήσεων του ΔΝΤ, ωστόσο τελική απόφαση δεν αναμένεται πριν από τον Ιούνιο.

Η κυβέρνηση Τσίπρα επιδιώκει να ανεβάσει την φθίνουσα δημοτικότητά της πρωταγωνιστώντας στην άνευ όρων διάρρηξη με την εποχή των μνημονίων. Το τέλος αυτού του έπους θα τονώσει την εμπιστοσύνη της Ευρώπης, η οποία χαίρει της καλύτερης οικονομικής υγείας των τελευταίων χρόνων και θα αποδεσμεύσει τους διαμορφωτές πολιτικής ώστε να εστιάσουν σε άλλα προβλήματα, όπως η αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ.

Η Αθήνα – έχοντας υπόψη την ανάκαμψη άλλων πρώην προβληματικών χωρών, όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία – ελπίζει και η ίδια σε μια μεταμνημονιακή ενίσχυσή της. Οι αυστηροί προϋπολογισμοί που απαιτούσαν οι πιστωτές – και η μη ανταγωνιστική οικονομία – εμπόδισαν την Ελλάδα να επωφεληθεί πλήρως από την ευρεία ανάκαμψη της οικονομίας, αν καταγράφει τις καλύτερες επιδόσεις εδώ και χρόνια. Η ανάπτυξη επέστρεψε πέρυσι μετά από σχεδόν μια δεκαετία ύφεσης και σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις πρόκειται να καταγράψει άνοδο της τάξης του 2.5% φέτος.

Η όποια τελική απόφαση για έξοδο από το πρόγραμμα θα έχει ως προϋπόθεση να εκτελέσει η Ελλάδα σειρά λεπτεπίλεπτων ελιγμών. Πρώτον, η κυβέρνηση Τσίπρα πρέπει να εφαρμόσει ένα βαρύ πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, κάτι που μέχρι τώρα δίσταζε να πράξει . Οι ελληνικές τράπεζες – που βαρύνονται με μη εξυπηρετούμενα δάνεια 110 δις. ευρώ – θα υποβληθούν σε stress tests με το ενδεχόμενο να υποχρεωθούν να αντλήσουν νέα κεφάλαια.

Επίσης, η Ελλάδα θα πρέπει να κάνει περισσότερα για την προσέλκυση ξένων επενδυτών στα ομόλογά της. Οι συνθήκες φαίνονται ευοίωνες. Το προηγούμενο καλοκαίρι έγινε η πρώτη μετά από τρία χρόνια έξοδος στις διεθνείς χρηματαγορές προσελκύοντας ισχυρή ζήτηση, ενώ οι αποδόσεις του 10ετούς ομολόγου έχουν πέσει στα χαμηλότερα επίπεδα της δεκαετίας.

Έχοντας μαξιλάρι τις απομένουσες δόσεις του προγράμματος και φρέσκο χρήμα που προτίθεται να αντλήσει από τις διεθνείς αγορές πριν από τον Αύγουστο, η Ελλάδα θα είναι ικανή να χρηματοδοτείται χωρίς την στήριξη των πιστωτών, όπως αναφέρουν στελέχη επενδυτικών τραπεζών, η ίδια η κυβέρνηση, αλλά και οι πιστωτές.

Πάντως, ο διοικητής της ΤτΕ Γ. Στουρνάρας έχει δηλώσει πως μετά τον Αύγουστο η χώρα θα χρειαστεί μια προληπτική πιστωτική γραμμή από τους Ευρωπαίους, ώστε να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών. Φόβοι μήπως η Ελλάδα επαναλάβει τη σπάταλη συμπεριφορά της ενδεχομένως να ωθήσουν τους Ευρωπαίους και διεθνείς πιστωτές να πιέσουν την Αθήνα για την διατήρηση του αυστηρού ελέγχου του προϋπολογισμού για κάποια χρόνια στο μέλλον και να επιμείνουν στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων για την επιδιόρθωση της αρτηριοσκληρωτικής οικονομίας.

«Το σημαντικότερο ζήτημα είναι να αποτραπεί η Αθήνα από του να υπαναχωρήσει μόλις τερματιστεί το πρόγραμμα, ιδιαίτερα στα μέτωπα του προϋπολογισμού, της αγοράς εργασίας και του δημόσιου τομέα», αναφέρει σε σημείωμά του ο Wolfango Piccoli της Teneo Intelligence.

Σχετικοί όροι ενδέχεται να συνοδεύουν τυχόν ελάφρυνση του χρέους της χώρας, το βάρος του οποίου την αφήνει ευάλωτη σε μελλοντικές κρίσεις. Η Αθήνα έχει πιέσει σκληρά για αναδιάρθρωση, όμως – με την εξαίρεση κάποιων μέτρων περιορισμένης εμβέλειας – οι Ευρωπαίοι πιστωτές έχουν αρνηθεί να την εξετάσουν μέχρι τις παραμονές της λήξης του προγράμματος.

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι σημειώνουν πως, όπως συνέβη με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που είχαν ενταχθεί σε πρόγραμμα κατά την διάρκεια της κρίσης, η Ελλάδα θα παραμείνει σε επίβλεψη μέχρι την αποπληρωμή του 75% των δανείων, κάτι το οποίο αναμένεται να συμβεί το 2060. Η ακριβής φύση αυτής της επίβλεψης θα αποφασιστεί κατά τις συνομιλίες που πρόκειται να διεξαχθούν τους προσεχείς μήνες με τους πιστωτές.

Πηγή: left.gr