Η Ευρώπη προετοιμάζεται για ύφεση, την ώρα που μπορεί να κάνει ελάχιστα για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό που φτάνει σε επίπεδα ρεκόρ. Παράλληλα, όπως αναφέρει το Bloomberg, δοκιμάζεται η ικανότητα των κεντρικών τραπεζιτών που απέχουν μόλις λίγες μέρες από την αύξηση των επιτοκίων, μετά από μια δεκαετία.

Οι προβλέψεις για μια επικείμενη ύφεση είναι εν εξελίξει, καθώς η ανάκαμψη μετά την πανδημία της ηπείρου εξασθενεί και η πραγματικότητα μιας χειμερινής ενεργειακής κρίσης έχει κάνει την εμφάνιση της - ακόμα κι αν οι φόβοι για πλήρη αποκοπή από το ρωσικό φυσικό αέριο δεν πραγματοποιηθούν.

Αυτό θέτει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία ανακοινώνει την απόφασή της για τα επιτόκια την Πέμπτη, σε δύσκολη θέση. Σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου τα κυβερνητικά κίνητρα τροφοδότησαν μια άνοδο των τιμών καταναλωτή λόγω της ζήτησης, ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη των 19 μελών οφείλεται κυρίως στην αύξηση του κόστους του φυσικού αερίου – μιας κατάστασης που επιδεινώθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Η πιθανότητα ύφεσης
Ενώ οι έντονες αυξήσεις επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ ενδέχεται να προκαλέσουν μια οικονομική συρρίκνωση, οι πιέσεις στις τιμές των ΗΠΑ πιθανότατα στη συνέχεια να τεθούν υπό έλεγχο. Στην Ευρώπη, δεν υπάρχει καμία εγγύηση γι' αυτό, καθώς η ενέργεια καθορίζει τις εξελίξεις.

Η ΕΚΤ, ως εκ τούτου, έχει μπροστά της μια πιο σκληρή επιλογή: Να σταματήσει ή να επιβραδύνει τις αυξήσεις των επιτοκίων, αφού έχει ήδη κατηγορηθεί ότι δεν ενεργεί αρκετά γρήγορα, την ώρα που τα νοικοκυριά, η βιομηχανία και οι κυβερνήσεις λυγίζουν από το πληθωριστικό κόστος.

«Ακόμη κι αν μια ήπια ύφεση χτυπήσει αργότερα αυτό το έτος, η πίεση του πληθωρισμού αναμένεται να επεκταθεί αρκετά μέχρι το 2023», δήλωσε η Aila Mihr, ανώτερος οικονομολόγος στη Danske Bank. «Αυτό, φυσικά, οξύνει το δίλημμα πολιτικής για την ΕΚΤ», συμπλήρωσε.

Υπάρχει πιθανότητα 45% για ύφεση το επόμενο έτος, σύμφωνα με αναλυτές που συμμετείχαν σε έρευνα του Bloomberg αυτόν τον μήνα - από 30% μόλις πριν από έναν μήνα. Η πιθανότητα είναι ακόμα μεγαλύτερη για τη Γερμανία, την κορυφαία οικονομία της Ευρώπης, η οποία βασίζεται περισσότερο από τους περισσότερους στο Κρεμλίνο για φυσικό αέριο.

Είναι ένα σενάριο που πρέπει να ληφθεί υπόψη στα σχέδια της ΕΚΤ, καθώς ξεκινά μια πολιτική «διατήρησης» μιας σειράς αυξήσεων των επιτοκίων για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, που έχει εκτοξευθεί σε περισσότερο από τέσσερις φορές από τον στόχο του 2%.

Το βαρύ οικονομικό σκηνικό που έχει δημιουργηθεί, σηματοδοτεί έναν νέο πονοκέφαλο για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ, την ώρα που αυτοί χρειάστηκαν μήνες για να δεσμευτούν ότι θα αυξήσουν τα επιτόκια και, μόλις το έκαναν, αναγκάστηκαν να επιταχύνουν την εργασία δημιουργίας ένας «εργαλείου» που θα καταπραΰνει τις πιθανές αναταραχές της αγοράς, καθώς το κόστος δανεισμού αυξάνεται.

Η αμφίβολη πορεία των επιτοκίων
Ακόμη και πριν από την προγραμματισμένη αύξηση επιτοκίων της ΕΚΤ- την πρώτη από το 2011 - οι αγορές έχουν αρχίσει τα στοιχήματα για την κλίμακα των κινήσεων που θα ακολουθήσουν. Με τη Fed να πραγματοποιεί τριπλάσιες αυξήσεις αυτού του μεγέθους, το ευρώ έχει υποχωρήσει στην ισοτιμία με το δολάριο για πρώτη φορά εδώ και δύο δεκαετίες.

Προς το παρόν, οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ εμμένουν στις θέσεις του . Ο Φινλανδός Όλι Ρεν δήλωσε την Παρασκευή, ότι «είναι ακόμα δυνατό να τεθεί υπό έλεγχο ο πληθωρισμός με τη σταδιακή ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής, χωρίς μια τέτοια πολιτική να οδηγήσει σε οικονομική ύφεση».

Μιλώντας στις 7 Ιουλίου, ο επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Ολλανδίας Κλάας Νοτ ανέφερε ότι είναι «πολύ πιθανό» οι αυξήσεις επιτοκίων να συμπέσουν με την αποδυνάμωση της οικονομικής ανάπτυξης.

«Σε έναν ιδανικό κόσμο, θα θέλατε να τονώσετε την οικονομία αλλά ταυτόχρονα να μειώσετε τον πληθωρισμό», είπε. «Δυστυχώς αυτό δεν μπορούμε να το κάνουμε, πρέπει να κάνουμε μια επιλογή. Σε αυτή την περίπτωση η εντολή μας είναι πολύ σαφής: Πρέπει να επιλέξουμε τη μείωση του πληθωρισμού», πρόσθεσε ο Ολλανδός κεντρικός τραπεζίτης.

Ενώ ορισμένοι οικονομολόγοι συμφωνούν με τον Νοτ, άλλοι δεν είναι πεπεισμένοι ότι η ΕΚΤ μπορεί να διατηρήσει την πορεία της - ιδιαίτερα καθώς υπάρχουν αμφιβολίες για το εάν η Ρωσία θα επανεκκινήσει τον ζωτικής σημασίας αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 1 μετά τη συντήρηση του.

Εάν οι ροές ρωσικού φυσικού αερίου επαναληφθούν σε υποτονικό επίπεδο, η ζώνη του ευρώ θα βρίσκεται «στο χείλος της ύφεσης» το δεύτερο εξάμηνο του 2022, με τον πληθωρισμό να κορυφώνεται πάνω από το 10% τον Σεπτέμβριο, σύμφωνα με την Goldman Sachs.

Σε αυτή την περίπτωση, τα επιτόκια θα αυξηθούν κατά 150 μονάδες βάσης φέτος, σύμφωνα με την Goldman, η οποία προειδοποίησε για πολύ βραδύτερες αυξήσεις επιτοκίων εάν η διακοπή της ενέργειας προκαλέσει μεγαλύτερη συρρίκνωση της οικονομίας και ταχύτερη αύξηση των τιμών.

Δύσκολες αποφάσεις
Σε μια ήπια, «οδηγούμενη από τους καταναλωτές» ύφεση που θα προκληθεί από το υψηλό ενεργειακό κόστος, η ΕΚΤ θα σταματήσει τις αυξήσεις των επιτοκίων τον Δεκέμβριο και τον Φεβρουάριο, αλλά στη συνέχεια θα συνεχίσει, σύμφωνα με την UBS. Μια διακοπή των ροών του φυσικού αερίου, αντίθετα, θα την οδηγήσει να σταματήσει μετά τις προγραμματισμένες αυξήσεις του Ιουλίου και του Σεπτεμβρίου, ανέφεραν οι αναλυτές της ελβετικής τράπεζας.

Για τον Carsten Brzeski, οικονομολόγο της ING που προβλέπει ότι η οικονομία της ευρωζώνης θα συρρικνωθεί με ή χωρίς ρωσικό ενεργειακό κλείσιμο, η ΕΚΤ είναι γενικά πιο πιθανό να είναι πιο «ευαίσθητη» όσον αφορά την ανάπτυξη, ακόμη και αν οι τιμές παραμείνουν υψηλές.

«Το ένστικτό μου είναι ότι η ΕΚΤ θα σταματήσει να προσπαθεί να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, ακόμα και ότι θα τον άφηνε να τρέξει λίγο», είπε. «Υπάρχουν ακόμη προβλήματα με τα επίπεδα του δημόσιου χρέους και χρειάζονται επενδύσεις, που απαιτούν φθηνούς όρους χρηματοδότησης», τόνισε το στέλεχος της ING.

Υπογραμμίζοντας πόσο κρίσιμο θα γινόταν το κόστος δανεισμού σε μια σοβαρή ύφεση, η Γερμανία έχει ήδη συμφωνήσει σιωπηρά να σπάσει τα συνταγματικά όρια χρέους για τέταρτη συνεχή χρονιά εάν διακοπεί το φυσικό αέριο, ανέφεραν άτομα που γνωρίζουν το θέμα. Ασθενέστερες οικονομίες όπως η Ιταλία κινδυνεύουν με ιδιαίτερα επαχθές κόστος χρέους.

Ωστόσο, μια πιθανή ύφεση, αποτελεί ένα άλλο πιθανό εμπόδιο στην πολυαναμενόμενη εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής, μετά από χρόνια τόνωσης της οικονομίας, στην προσπάθεια τιθάσευσης του πληθωρισμού.

«Η αυξημένη «ευαισθησία» για ανάπτυξη, δεν σημαίνει ότι η ομαλοποίηση των επιτοκίων θα είναι εντελώς εκτός τραπεζιού», δήλωσε ο Γκρεγκ Φουζέζι, οικονομολόγος της JPMorgan, σε έκθεση του. «Η ΕΚΤ θα πρέπει να πάρει πολύ δύσκολες αποφάσεις», συμπλήρωσε .