Οι τιμές των καυσίμων κίνησης έπεσαν κάτω από τα 2 ευρώ το λίτρο στην ελληνική αγορά, καθώς το Brent προσέγγισε χαμηλό έτους ενώ διαπραγματεύεται στα 85,48 δολάρια. Ύστερα από μήνες υψηλών τιμών, η βενζίνη και το πετρέλαιο κίνησης έσπασαν το όριο των 2 ευρώ με την αγορά να εκτιμά ότι οι χαμηλότερες τιμές θα διαρκέσουν και τον επόμενο μήνα.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης, η μέση πανελλαδική τιμή της απλής αμόλυβδης διαμορφώνεται στα 1,996 ευρώ το λίτρο, του diesel κίνησης στα 1,941 και του πετρελαίου θέρμανσης στα 1,20 ευρώ ανά λίτρο. Φυσικά, υπάρχουν περιοχές όπου οι τιμές εξακολουθούν να ξεπερνούν τα 2 ευρώ. Στα Χανιά η μέση τιμή για την απλή αμόλυβδη διαμορφώνεται στα 2,049 ευρώ ανά λίτρο, στη Χαλκιδική στα 2,046, στην Αργολίδα στα 2,015 ευρώ, στις Κυκλάδες στα 2,285, στη Λέσβο στα 2,101, στην Κεφαλλονιά στα 2,138 κλπ.

Οι διεθνείς αναλυτές, από την πλευρά τους, προβλέπουν ότι οι τιμές θα μπορούσαν να πέσουν και στα 80 δολάρια ακόμη και στα 77,50 αν η παγκόσμια ζήτηση εξακολουθήσει να καταγράφει πτωτική πορεία και η Κίνα, η οποία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους καταναλωτές στον κόσμο, συνεχίσει να επιβάλλει τα περιοριστικά μέτρα κατά της εξάπλωσης του COVID-19.

Αλλά και η Κομισιόν, στις φθινοπωρινές εκτιμήσεις της, κάνει λόγο για πτωτική πορεία των τιμών, η οποία συνδέεται με τους φόβους για μειωμένη ζήτηση ως αποτέλεσμα της οικονομικής ύφεσης, εκτιμώντας ότι οι τιμές του πετρελαίου θα κινηθούν κοντά στα 102 δολάρια το βαρέλι το 2022, στα 85 δολάρια το 2023 και στα 78 δολάρια το 2024.

Η πτώση στις τιμές των καυσίμων αποτελούσε ανέκαθεν ένα καλό νέο για τους καταναλωτές παγκοσμίως. Αλλά, μία μείωση της τάξεως π.χ των 20 δολαρίων στη διεθνή τιμή του Brent δεν μεταφράζεται αυτόματα σε αντίστοιχη ποσοστιαία μείωση στην αντλία όταν ο Έλληνας καταναλωτής αγοράζει καύσιμα. Και αυτό γιατί μόνο ένα περίπου 45% της τελικής τιμής επηρεάζεται ουσιαστικά από τις αυξομειώσεις διεθνείς τιμές (για την ακρίβεια από τις Διεθνείς τιμές Platts των τελικών προϊόντων πετρελαιοειδών). Το υπόλοιπο 55% περίπου αφορά σε φόρους, δασμούς και άλλες επιβαρύνσεις δηλαδή από την τιμή του διυλιστηρίου, ΕΦΚ, ΔΕΤΕ, Ειδική εισφορά, ΡΑΕ, ΦΠΑ 24% και πράσινο τέλος ΕΛΑΠΕ, το μεταφορικό κόστος, το μικτό περιθώριο κέρδους της εταιρίας εμπορίας και του πρατηριούχου, μέρος των οποίων είναι αμετάβλητο.

Πάντως, για την ώρα, ακόμη και μια μικρή μείωση στην αντλία δείχνει να αποτελεί ανάσα για την αγορά. Παράγοντες της ελληνικής αγοράς εκτιμούν ότι οι τιμές θα σταθεροποιηθούν βραχυπρόθεσμα σε αυτά τα επίπεδα αλλά η μείωση των παγκόσμιων αποθεμάτων και το εμπάργκο κατά της Ρωσίας θα μπορούσαν να ωθήσουν και πάλι τις τιμές ανοδικά μετά από το Δεκέμβριο.

Ο πρόεδρος των Πρατηριούχων Αττικής, Νίκος Παπαγεωργίου, μιλώντας στην ΕΡΤ σημείωσε ότι «οι τιμές της αμόλυβδης βενζίνης και του πετρελαίου θέρμανσης ακολουθούν πτωτική πορεία. Η πρόβλεψη είναι ότι μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου θα παραμείνουν σταθεροποιημένες σε αυτά τα επίπεδα. Η αμόλυβδη στα μεγάλα αστικά κέντρα θα μείνει κάτω από τα 2 ευρώ το λίτρο, ενώ η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης κυμαίνεται στο 1,20 ευρώ ανά λίτρο». Αναφερόμενος στην πορεία των διεθνών τιμών, υπογράμμισε ότι «βλέπουμε ότι μειώνονται διεθνώς τα αποθέματα των ορυκτών καυσίμων και στην περίπτωση που υπάρξει εμπάργκο από τη Ρωσία ενδεχομένως να ξαναεκτοξευτούν οι τιμές».

Συνεχίζεται η επιβράδυνση της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου
Τα αυξανόμενα σημάδια μιας συνεχόμενης οικονομικής επιβράδυνσης εξακολουθούν να υποδεικνύουν τη χαλάρωση της ζήτησης πετρελαίου, αλλά οι αγορές είναι καλά ισορροπημένες λόγω των χαμηλών επιπέδων αποθήκευσης και της πρόσφατης αύξησης των τιμών του diesel. Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΙΕΑ, η αύξηση της ζήτησης αναμένεται να επιβραδυνθεί κατά 1,6 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα το 2023, από 2,1 εκατομμύρια φέτος, λόγω της βραδύτερης οικονομικής ανάπτυξης στην Κίνα, της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη και του ισχυρού δολαρίου ΗΠΑ. Εν τω μεταξύ, η προσφορά πετρελαίου αναμένεται να μειωθεί για το υπόλοιπο του έτους λόγω των περικοπών του ΟΠΕΚ+ και της επικείμενης απαγόρευσης από την ΕΕ στο ρωσικό αργό.

Οι προοπτικές της αγοράς πετρελαίου επιβαρύνονται από τα αποθέματα στις ανεπτυγμένες χώρες που βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2004 και από τις τιμές ρεκόρ του ντίζελ, οι οποίες έχουν ενισχυθεί από τα επερχόμενα εμπάργκο σε ρωσικά προϊόντα, τις διακοπές λειτουργίας διυλιστηρίων κατά την πανδημία του Covid και τις απεργίες στα γαλλικά διυλιστήρια. Η τιμή του ντίζελ αυξήθηκε κατά 70% σε σύγκριση με τον περασμένο Οκτώβριο, έναντι αύξησης μόλις 11% για το αργό πετρέλαιο. Αυτές οι υψηλές τιμές τροφοδοτούν τον πληθωρισμό, προσθέτοντας πίεση στην παγκόσμια οικονομία.