Σε μια περίοδο χαμηλών τιμών όπου το πετρέλαιο θέρμανσης προσεγγίζει τις τιμές που ίσχυαν πέρυσι και η βενζίνη και το diesel κίνησης κινούνται σταθερά κάτω από τα δύο ευρώ με περαιτέρω πτωτική τάση, η ελληνική αγορά αισιοδοξεί ότι οι καταναλωτές θα «γεμίσουν» ρεζερβουάρ και δεξαμενές για τα Χριστούγεννα.

Η μέση πανελλαδική τιμή για την απλή αμόλυβδη διαμορφώνεται στα 1,923 ευρώ το λίτρο, για το diesel κίνησης στα 1,864 και για το πετρέλαιο θέρμανσης στα 1,164. Σε σχέση με πέρυσι η τιμή της βενζίνης είναι αυξημένη κατά περίπου 20 λεπτά και του πετρελαίου κίνησης κατά 40 λεπτά ενώ το πετρέλαιο θέρμανσης κυμαίνεται στα ίδια περίπου επίπεδα έχοντας φυσικά ενσωματώσει τις εκπτώσεις των ΕΛΠΕ και την απευθείας επιδότηση στην αντλία.

Όπως προβλέπουν παράγοντες της ελληνικής αγοράς η πτωτική τάση θα συνεχιστεί και τις επόμενες ημέρες καθώς η πτώση της διεθνούς τιμής του Brent, το οποίο διαπραγματευόταν την Παρασκευή κοντά στα επίπεδα που ίσχυαν πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία προσεγγίζοντας τα 77 δολάρια, θα περάσει εντός 3-4 ημερών στην αντλία.

Μιλώντας στην ΕΡΤ ο πρόεδρος της Ένωσης Πρατηριούχων Αττικής, Νίκος Παπαγεωργίου, σημείωσε ότι το τελευταίο διάστημα οι τιμές των υγρών καυσίμων παρουσιάζουν πτώση σχεδόν 2 λεπτών σε ημερήσια βάση. «Από την επόμενη εβδομάδα περιμένουμε να καταγραφούν και στις αντλίες και οι μειώσεις των τελευταίων ημερών. Εμείς σαν κλάδος πιέζουμε για φθηνά υγρά καύσιμα γιατί αυτό που πλήττει τον κλάδο μας είναι οι μικρές ποσότητες που αγοράζει ο πελάτης», επεσήμανε.

Από το φθινόπωρο η Ελλάδα είναι μέσα στις 3 – 4 χώρες στην Ευρώπη με τις υψηλότερες τιμές στην αμόλυβδη. Αυτό οφείλεται στον υψηλό Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης και στο ΦΠΑ που στην Ελλάδα παραμένει στο 24%, είπε, ενώ εκτίμησε ότι την περίοδο των Χριστουγέννων τα καύσιμα που θα πληρώσει κάποιος για την εκδρομή του θα είναι τουλάχιστον 20% φθηνότερα από ότι το καλοκαίρι.

Γιατί οι ευρωπαϊκές κυρώσεις και η πολιτική του ΟΠΕΚ+ δεν ώθησαν ανοδικά το πετρέλαιο

Παρά το γεγονός ότι από την αρχή της προηγούμενης εβδομάδας έχουν τεθεί σε εφαρμογή οι ευρωπαϊκές κυρώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο και ενώ το πλαφόν των 60 δολαρίων, τουλάχιστον επικοινωνιακά «τάραξε τα νερά», οι φόβοι για την πορεία της ζήτησης συγκρατούν τις ανοδικές τάσεις. Αυτή τη στιγμή, η παγκόσμια αγορά πετρελαίου δεν είναι τόσο «σφιχτή» όσο φοβόταν η αγορά καθώς το ρωσικό πετρέλαιο εξακολουθεί να ρέει σε μεγάλες ποσότητες ενώ η μειωμένη ζήτηση από την Κίνα συνεισφέρει στη διατήρηση των αποθεμάτων.

Ο ΟΠΕΚ+ από την άλλη, παρά το γεγονός ότι διατήρησε τους στόχους μειωμένης παραγωγής στα 2 εκατ. βαρέλια την ημέρα, ουσιαστικά οι πραγματικές περικοπές που κάνουν τα μέλη του καρτέλ ήταν επίσης μικρότερες από τον αριθμό που ανακοινώθηκε στη Βιέννη, εν μέρει επειδή ορισμένοι παραγωγοί όπως η Αγκόλα και η Νιγηρία δυσκολεύονταν ήδη να εκπληρώσουν τις ποσοστώσεις τους. Έτσι, αντί για 2 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα που αφαιρούνται από την αγορά, το σύνολο είναι πιο κοντά στο 1 εκατομμύριο, λένε οι αναλυτές.

Οι φόβοι για τη ζήτηση υπερισχύουν των ανησυχιών για την προσφορά

Μετά από μήνες ανησυχίας για τις διαταραχές του εφοδιασμού, οι έμποροι επικεντρώνονται τώρα στους φόβους της παγκόσμιας ύφεσης, καθώς οι επιπτώσεις από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τον ενεργειακό πόλεμο στην ΕΕ εξαπλώνονται και οι κεντρικές τράπεζες αγωνίζονται να αυξήσουν τα επιτόκια για να δαμάσουν τον πληθωρισμό.

Οι τράπεζες της Wall Street έχουν εκδώσει επιφυλακτικές οικονομικές προοπτικές για το 2023. «Όταν μιλάω με πελάτες, ακούγονται εξαιρετικά επιφυλακτικοί», δήλωσε αυτή την εβδομάδα ο David Solomon, διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs. «Πολλοί CEO παρακολουθούν τα δεδομένα και περιμένουν να δουν τι θα συμβεί».

Οι μεγαλύτερες ανησυχίες επικεντρώνονται στην Κίνα και τις ΗΠΑ, τους δύο κορυφαίους καταναλωτές ενέργειας στον κόσμο. Η πολιτική της Κίνας κατά του της εξάπλωσης του COVID και η αποδυνάμωση της οικονομίας σημαίνουν ότι η συνολική κατανάλωση πετρελαίου φέτος θα είναι χαμηλότερη από ό,τι το 2021, σύμφωνα με τον IEA. Από την άλλη, ενώ η οικονομία των ΗΠΑ μπορεί να ξεφύγει από την ύφεση, η δίψα των καταναλωτών της για βενζίνη φαίνεται να έχει φθάσει στο peak. Η κατανάλωση για αυτήν την εποχή του έτους ήταν η χαμηλότερη των τελευταίων 20 ετών με μόνη εξαίρεση το 2020 που επλήγη από την πανδημία και, τώρα, η συνολική ζήτηση πετρελαίου στις ΗΠΑ δεν έχει φτάσει ακόμη στην εποχή πριν από τον COVID.

Οι τιμές θα μπορούσαν και πάλι να ανακάμψουν

Παρά την πτωτική πορεία των τιμών, εκπρόσωποι της διεθνούς αγοράς πιστεύουν ότι οι τιμές θα μπορούσαν να ανακάμψουν επικαλούμενοι την κυκλικότητα που καταγράφει ιστορικά η συμπεριφορά του εμπορεύματος. Υποστηρίζουν ότι οι ελλιπείς επενδύσεις στο upstream δεν θα μπορέσουν μελλοντικά να ικανοποιήσουν τη ζήτηση.

Η υποτονική αύξηση της παραγωγής από σχιστόλιθο στις ΗΠΑ αποτελεί έναν ακόμη κίνδυνο ενώ οποιαδήποτε μείωση της ρωσικής προσφοράς μπορεί να είναι ορατή μόνο το επόμενο έτος, υποστηρίζουν ορισμένοι αναλυτές. Και η ασθενής ζήτηση της Κίνας δεν θα διαρκέσει, όπως προβλέπουν.

«Βασικά πηγαίνουμε από τη μηδενική αύξηση της ζήτησης ενέργειας το 2022 [στην Κίνα] σε περίπου 3 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα ισοδύναμη ζήτηση ενέργειας για τα καύσιμα το επόμενο έτος», δήλωσε ο Dan Klein στο S&P Global Commodity Insights. «Θα δούμε πολύ περισσότερη ενεργειακή ζήτηση στο μέλλον από την πλευρά της Κίνας».