Τον στρατηγικό του ρόλο στην χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας είναι πολύ πιθανό να μπορέσει να ανακτήσει φέτος και έπειτα από πολλά χρόνια, το εγχώριο πιστωτικό σύστημα, καθώς η χρονιά ξεκινά με ορισμένα έκτακτα υπερόπλα στη «φαρέτρα» του.

Η μείωση των κόκκινων δανείων, τα έκτακτη υπερκέρδη από τα ομόλογα και η αύξηση των καταθέσεων εν μέσω πανδημίας σε συνδυασμό με τους πόρους του Ταμείου Ανάπτυξης είναι συνθήκες για να ανοίξει για τα καλά η «τραπεζική κάνουλα» της ρευστότητας προς την πραγματική οικονομία.

Στο σύνολό τους τόσο οι Έλληνες τραπεζίτες όσο και οι διεθνείς αναλυτές εμφανίζονται αισιόδοξοι για την πορεία των ελληνικών τραπεζών το 2021 εκτιμώντας πως οι εισροές νέων κόκκινων δανείων λόγω της πανδημίας θα είναι διαχειρίσιμες και πως ο κλάδος έχει επιστρέψει στην οδό της ομαλοποίησης.

Την επόμενη διετία οι ισολογισμοί των ελληνικών τραπεζών αναμένεται να έχουν «καθαρίσει» από την κληρονομιά των NPEs που άφησε η τελευταία δεκαετία της κρίσης, καθώς το απόθεμα των NPEs για τις τέσσερις ελληνικές τράπεζες εκτιμάται ότι θα έχει μειωθεί στα 37 δισ. ευρώ το 2020, ενώ η έγκριση του «Ηρακλή 2» θα οδηγήσει σε έναν νέο γύρο τιτλοποιήσεων το 2021 και το 2022, που θα φέρει περαιτέρω σημαντική μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τη στιγμή που τα κεφαλαιακά αποθέματα του κλάδου είναι επαρκή.

20 δισ. νέα δάνεια

Την ίδια στιγμή όπως εξηγεί κορυφαίος τραπεζίτης στο news247.gr «οι ελληνικές τράπεζες, έχοντας επιτύχει σημαντική μείωση των κόκκινων δανείων και βελτίωση της ρευστότητάς τους, είναι έτοιμες να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην προετοιμασία της επόμενης μέρας για την ελληνική Οικονομία».

Ένας από τους βασικούς πυλώνες στρατηγικής για την φετινή χρονιά προβλέπει την συνεργασία Δημοσίου – Τραπεζών ώστε οι τελευταίες να αναλάβουν την ευθύνη για την εκτίμηση της βιωσιμότητας των επιχειρηματικών σχεδίων του ιδιωτικού τομέα που θα κατατεθούν στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, οι συνολικές χορηγήσεις δανείων θα ξεπεράσουν τα 20 δισ. ευρώ, όταν πέρσι η συνολική πιστωτική επέκταση ήταν οριακά αρνητική. Καταλύτης είναι η αναμενόμενη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, ύστερα από τη βαθιά ύφεση του 2020 λόγω της πανδημίας και η απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Στην πραγματικότητα οι τράπεζες θα συγχρηματοδοτήσουν επενδυτικά σχέδια, καθώς κεφάλαια ύψους 12,5 δισ. ευρώ από το σύνολο των 32 δισ. ευρώ του Ταμείου που είναι οι πόροι για την Ελλάδα θα μοχλευτούν με συμμετοχή 20% του ιδιωτικού τομέα και 40% μέσω τραπεζικού δανεισμού.

«Μαξιλάρι» 1,2 δισ. από τις ανταλλαγές ομολόγων

Η χρονιά ξεκινάει με το «δεξί» για το πιστωτικό σύστημα ύστερα από τον «μποναμά» που τους επεφύλαξε το Ελληνικό Δημόσιο μέσω της ανταλλαγής ομολόγων (swap) ο οποίος ξεπερνάει το 1,2 δις. ευρώ. Πρόκειται για πολύτιμη κεφαλαιακή ανάσα που θα επιτρέψει στις τράπεζες να απορροφήσουν ευκολότερα τις εφάπαξ ζημιές από τις τιτλοποιήσεις προβληματικών δανείων, μέσω των οποίων επιταχύνουν την εξυγίανση των ισολογισμών τους.

Η διαδικασία των swaps κρατικών ομολόγων ανάμεσα στις τράπεζες και τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) άρχισε τον περυσινό Ιανουάριο από την Εθνική Τράπεζα, ενώ ακολούθησαν μέσα στον Δεκέμβριο αντίστοιχα swaps ομολόγων της Alpha Bank και της Eurobank. Η διοίκηση της Τρ. Πειραιώς δεν έχει προχωρήσει σε swap, ανακοίνωσε όμως, κατά την παρουσίαση των οικονομικών αποτελεσμάτων 9μήνου 2020, ότι θα εγγράψει το 2021 υπεραξίες της τάξεως των 400 εκατ. ευρώ από κρατικά ομόλογα.

Αυτές οι ανταλλαγές ομολόγων στηρίζονται σε μια απλή ιδέα, που είναι αμοιβαία επωφελής για τις τράπεζες και το Δημόσιο: οι τράπεζες επιστρέφουν στο Δημόσιο τίτλους που θα έληγαν μέσα στην τρέχουσα δεκαετία και παίρνουν ομόλογα που θα λήξουν μετά από 30 χρόνια. Βραχυπρόθεσμα, οι τράπεζες εγγράφουν κεφαλαιακό κέρδος, γιατί η αξία στον παρόντα χρόνο των τίτλων που λαμβάνουν είναι μεγαλύτερη από την αξία των τίτλων που ανταλλάσσουν. Μακροπρόθεσμα, το Δημόσιο είναι κερδισμένο από την επιμήκυνση του χρέους. Ουσιαστικά, δηλαδή, το Δημόσιο πληρώνει τις τράπεζες για να μεταθέσει πολύ αργότερα σημαντικές πληρωμές χρέους.

Αύξηση καταθέσεων 17,6 δισ. εν μέσω πανδημίας

Ενδεικτικό της βελτιωμένης ρευστότητας που απολαμβάνουν οι τράπεζες είναι ότι από την αρχή του 2020 οι καταθέσεις των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών αυξήθηκαν κατά 17,6 δισ. ευρώ και το σύνολο των καταθέσεων στις ελληνικές τράπεζες ανήλθε στα 158,7 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα παρουσίασαν αύξηση τον Νοέμβριο κατά περίπου 3,1 δισ. ευρώ (έναντι αύξησης κατά 2,5 δισ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα) και ο ετήσιος ρυθμός αύξησης ανήλθε στο 14% από 11,6% τον Οκτώβριο.

Η εικόνα το 2020

Το 2020 οι ελληνικές τράπεζες χρηματοδότησαν τις επιχειρήσεις κάθε μεγέθους με κεφάλαια που ξεπέρασαν τα 20 δισ. ευρώ. Μάλιστα, για την υποστήριξη των χρηματοδοτικών αναγκών της Οικονομίας, οι τράπεζες δεν περιορίστηκαν στην χρήση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΤΕΠΙΧ και εγγυοδοτικό πρόγραμμα), αλλά αξιοποίησαν και τα επιμέρους δανειακά τους προγράμματα. Χρηματοδότησαν 30.000, κυρίως μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αντλώντας για αυτές 6,5 δισ. ευρώ από τα δύο εγγυοδοτικά προγράμματα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, πετυχαίνοντας επίδοση – ρεκόρ ως προς την απορροφητικότητα κεφαλαίων, που έφτασε το 95%.

Παράλληλα, οι τράπεζες παρείχαν και έμμεσα ρευστότητα στην Οικονομία, με μέτρα στήριξης των νοικοκυριών ύψους 45 δισ. ευρώ. Όπως ανακοίνωσε η Ελληνική Ένωση Τραπεζών, με το ξέσπασμα της πανδημίας, οι ελληνικές τράπεζες προχώρησαν ταχύτατα και με απλοποιημένες διαδικασίες στην εκτεταμένη αναστολή δόσεων των δανείων ελληνικών νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, στο διάστημα Ιανουαρίου - Νοεμβρίου 2020, δόθηκαν αναστολές σε περίπου 400.000 επιχειρήσεις και ιδιώτες, συνολικού ύψους 30 δισ. ευρώ, μετριάζοντας με αυτόν τον τρόπο τους οικονομικούς κραδασμούς της υγειονομικής κρίσης.

Σημειώνεται ότι οι αναστολές αυτές πραγματοποιήθηκαν πέραν και επιπλέον των ρυθμίσεων δανείων (επιχειρηματικών, στεγαστικών και προσωπικών) στις οποίες έχουν προχωρήσει οι τράπεζες τον τελευταίο καιρό και οι οποίες αναλογούν σε ποσά 15 δισ. ευρώ. Δηλαδή μέσω ρυθμίσεων ή αναστολών το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει διευκολύνει δανειολήπτες για ποσά που ανέρχονται στα 45 δισ. ευρώ.

Πηγή: news247.gr