Σε 36 δόσεις θα κληθούν από τον Ιανουάριο να καλύψουν τα δύο χρόνια μη καταβολής εισφορών για εφάπαξ και επικούρηση οι ελεύθεροι επαγγελματίες, μηχανικοί και δικηγόροι.

Του Ανδρέα Πετρόπουλου

Αυτός ο σχεδιασμός υπάρχει στο υπουργείο Εργασίας μετά τις σημαντικές ελαφρύνσεις των ασφαλιστικών εισφορών που προβλέπονται από την 1.1.2019.

Σύμφωνα με την γ.γ. Κοινωνικών Ασφαλίσεων Στέλλα Βρακά «για πολύ σοβαρούς τεχνικούς λόγους, στα συστήματα που παραλάβαμε κατά την δημιουργία του ΕΦΚΑ και του ΕΤΕΑΕΠ δεν κατέστη δυνατή η εισφοροδότηση για εφάπαξ και επικούρηση στους μη μισθωτούς.

Αντιλαμβανόμενοι ότι δεν θα μπορούσαν οι ελεύθεροι επαγγελματίες να επιβαρυνθούν με τα ποσά αυτά αναδρομικά, είχαμε πει ότι οι δόσεις θα είναι τόσες όσοι και οι μήνες της μη καταβολής».

Όπως σημείωσε ακόμα η κ. Βρακά «παρότι οι μήνες της μη καταβολής είναι 24, από το 2017 (η εφαρμογή θα γίνει τον Ιανουάριο του 2019), αποφασίστηκε η καταβολή να πραγματοποιηθεί σε 36 δόσεις.

Πρακτικά, από τον Ιανουάριο του 2019 οι μη μισθωτοί μηχανικοί και δικηγόροι θα λάβουν ειδοποιητήρια που θα αφορούν την τρέχουσα εισφορά των 64,5 ευρώ και επιπλέον 40 ευρώ για μία δόση των οφειλών 2017 και 2018».

Όπως επίσης επεσήμανε, οι διαφορετικές κλίμακες μειώσεων για τους γιατρούς, σε σχέση με τους δικηγόρους και τους μηχανικούς, οφείλονται στο ότι «οι γιατροί δεν έχουν και επικούρηση και πρόνοια, δεν καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές για την επικούρηση, αλλά μόνο για την πρόνοια. Οι δικηγόροι είναι περισσότερο ωφελημένοι, ακριβώς επειδή για την επικούρηση και για την πρόνοια είναι πλέον σταθερό το ποσό των ασφαλιστικών εισφορών που καταβάλλεται, ανεξαρτήτως εισοδήματος».

«Αν λάβουμε υπόψιν μόνο την μείωση για την κύρια σύνταξη, η μείωση είναι σταθερή για όλους, κατά 33,3%, από το 20% στο 13,3%, με υποχρέωση ελάχιστης καταβολής των 117 ευρώ. Αν λάβουμε υπόψιν όμως ότι καθιερώνεται ως ελάχιστη υποχρεωτική εισφορά για επικούρηση και πρόνοια στους ελεύθερους επαγγελματίες που είχαν αυτή την υποχρέωση (δικηγόρους, μηχανικούς, γιατρούς για το εφάπαξ τους), τότε η ελάφρυνση είναι ακόμη μεγαλύτερη, γιατί φεύγει η άμεση συνάρτηση των εισφορών που πληρώνουν με το πραγματικό τους εισόδημα».