Yφεσιακούς κινδύνους για τις ευρωπαϊκές οικονομίες σε περίπτωση ολικής διακοπής του ρωσικού αερίου, «βλέπει» ο οίκος αξιολόγησης Moody’s σε πρόσφατη έκθεση του, καθώς οι απειλές της Ρωσίας πως θα «κλείσει» την στρόφιγγα αλλά και οι πιέσεις για περισσότερη αυστηροποίηση των δυτικών κυρώσεων εντείνονται.

Ο οίκος σημειώνει πως, μια πιθανή ραγδαία περικοπή στις παραδόσεις ρωσικής ενέργειας στην Ευρώπη αυξάνει τον κίνδυνο περαιτέρω απότομων αυξήσεων στις τιμές και στον πληθωρισμό, ενώ φέρνει πιο κοντά την απειλή της εφαρμογής του ενεργειακού δελτίου στις χώρες εκείνες που είναι σε μεγαλύτερο βαθμό εξαρτημένες από το ρωσικό αέριο, όπως η Σλοβακία, Ουγγαρία, Τσεχική Δημοκρατία, Γερμανία, Ιταλία και Αυστρία, γεγονός που θα πολλαπλασίαζε τους κινδύνους ύφεσης για την ευρωπαϊκή οικονομία φέτος.

Η Moody’s εκτιμά μια απότομη και μόνιμη διακοπή των προμηθειών φυσικού αερίου θα είχε αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική ευρωστία και έμμεσα στη δημοσιονομική ισχύ των κρατών που εξαρτώνται περισσότερο από το ρωσικό αέριο.
Αν και ο άμεσος αντίκτυπος στις ευρωπαϊκές οικονομίες αναμένεται να μετριαστεί μέχρι το τέλος της χειμερινής περιόδου, οι βιομηχανίες θα αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο συρρίκνωσης της παραγωγής, καθώς τα αποθέματα πρέπει επίσης να ανοικοδομηθούν για τη χειμερινή περίοδο θέρμανσης 2022-2023, ενώ θα οδηγούσε σε περαιτέρω απότομες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και στον πληθωρισμό.

Συνακόλουθα, προσθέτει η Moody’s, αυτό θα διάβρωνε την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και θα μείωνε την ιδιωτική κατανάλωση. Επιπλέον, η αναστάτωση και η αβεβαιότητα που θα προέκυπτε από ένα σοκ στον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης θα μείωνε επίσης σημαντικά την οικονομική εμπιστοσύνη.

Η περαιτέρω απότομη αύξηση των τιμών της ενέργειας και του πληθωρισμού που θα προέκυπτε από ένα σοκ στην προσφορά του φυσικού αερίου θα αύξανε επίσης τους κοινωνικούς κινδύνους με τον αρνητικό αντίκτυπο που θα είχε στο βιοτικό επίπεδο των οικονομικά πιο ευάλωτων νοικοκυριών.

Αυτό με τη σειρά του, θα μπορούσε επίσης να εγείρει πολιτικούς κινδύνους στα κράτη μέλη που έχουν πληγεί περισσότερο από την ενεργειακή κρίση.

Οι πληρωμές σε ρούβλι και η ανθεκτικότητα των κρατών μελών
Με την ρωσική κυβέρνηση να ανακοινώνει στις 31 Μαρτίου ότι οι πληρωμές για την παράδοση ενέργειας πρέπει να γίνονται σε ρούβλια αντί για ευρώ και δολάρια, και τα οποία στη συνέχεια θα μετατρέπονται σε ρούβλια σε λογαριασμούς στη ρωσική Gazprombank, η Moody’s αξιολογεί πως αυτό θα μπορούσε να προσφέρει μια συμβιβαστική λύση στην αντιπαράθεση. Ωστόσο, προσθέτει πως η άρνηση των χωρών να πληρώσουν σε ρούβλι απειλεί να οδηγήσει σε διακοπή των ρωσικών παραδόσεων ενέργειας τον επόμενο μήνα.

Αν και ο οικονομικός αντίκτυπος ενός τέτοιου σοκ ποικίλλει ανάλογα με την εξάρτηση των κρατών μελών από τις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας και την ενεργειακή ένταση της οικονομικής τους δομής ο οίκος αξιολόγησης αναμένει ότι τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη θα είναι ανθεκτικά σε ένα τέτοιο αρνητικό μακροοικονομικό σενάριο, καθώς τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ, είναι ως επί το πλείστον προηγμένες οικονομίες με υψηλό επίπεδο οικονομικής και θεσμικής ισχύος που υποστηρίζει την ανθεκτικότητά τους σε κραδασμούς.

Στα επιπλέον «συν» των ευρωπαϊκών κρατών, η Moody’s προσθέτει τον μηχανισμό συντονισμού της πολιτικής ανάμεσα στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων σχεδίων για την κοινή προμήθεια και αποθήκευση φυσικού αερίου, σε συνδυασμό με πιθανή κοινή νομισματική και δημοσιονομική στήριξη, η οποία θα υποστήριζε περαιτέρω την ανθεκτικότητα των κρατών της ΕΕ σε ένα τέτοιο αρνητικό σενάριο.

Οι διαφορές μεταξύ των κρατών μελών και το πλεονέκτημα της Ελλάδας
Δεδομένου ότι υπάρχουν λιγότεροι προμηθευτές αερίου από ό,τι πετρελαίου παγκοσμίως και η Ευρώπη δεν διαθέτει την υποδομή για να απομακρυνθεί γρήγορα από ρωσικές παραδόσεις φυσικού αερίου, η Moody’s υπογραμμίζει πως η εξάρτηση των ευρωπαϊκών κρατών είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνη. Το 2020, οι ευρωπαϊκές χώρες που εξαρτιούνταν περισσότερο από το ρωσικό αέριο για τη συνολική τους προμήθεια ενέργειας ήταν η Ουγγαρία, η Σλοβακία, η Λετονία, η Αυστρία, η Τσεχία, η Ιταλία, η Γερμανία, η Λιθουανία, η Βουλγαρία, και η Ελλάδα. Ως εκ τούτου, οι κίνδυνοι αυξάνονται συμμετρικά για τα πιο εκτεθειμένα κράτη.

Περαιτέρω, ο οίκος επισημαίνει επιπλέον παράγοντες που θα καθορίσουν το μέγεθος του πλήγματος μιας διακοπής της ρωσικής ενέργειας για τα κράτη μέλη. Πολλά από αυτά τα κράτη όπως η Γερμανία, η Σλοβακία, η Τσεχία και η Ουγγαρία, διαθέτουν επίσης μεγάλους και συχνά ενεργοβόρους βιομηχανικούς τομείς που βασίζονται σε σταθερή παροχή ενέργειας για να λειτουργήσουν. Τούτου λεχθέντος, η συνολική ενεργειακή ένταση της γερμανικής και της ιταλικής οικονομίας είναι σημαντικά χαμηλότερη από αυτή της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Αν και η βιομηχανία αντιπροσωπεύει λιγότερο από το ήμισυ της τελικής κατανάλωσης φυσικού αερίου στα πιο εκτεθειμένα κράτη μέλη εκτός Βουλγαρίας και Αυστρίας, κλάδοι όπως τα χημικά, τα μέταλλα, τα πλαστικά και η επεξεργασία πετρελαίου και άνθρακα αντιπροσωπεύουν μεταξύ 7% και 12% της συνολικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας των οικονομιών που εξαρτώνται περισσότερο από το ρωσικό αέριο για τον συνολικό τους ενεργειακό εφοδιασμό.

Σε περίπτωση εφαρμογής του μοντέλου των δελτίων παροχής ενέργειας, η Moody’s εκτιμά ότι γενικά θα δινόταν προτεραιότητα στα νοικοκυριά έναντι της βιομηχανίας, απειλώντας τη βιωσιμότητα των εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε τέτοιους κλάδους σε χώρες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το ρωσικό αέριο, επηρεάζοντας αρνητικά την οικονομική ανάπτυξη.
Η ετοιμότητα των κρατών που εξαρτώνται περισσότερο από τη ρωσική ενέργεια να προσαρμόσουν τον ενεργειακό τους εφοδιασμό σε μια ταχεία μείωση των παραδόσεων ρωσικού φυσικού αερίου ποικίλλει επίσης σημαντικά.

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση αρκετές από τις χώρες που εξαρτώνται περισσότερο από τις παραδόσεις ρωσικού φυσικού αερίου είναι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Σλοβακία, η Ουγγαρία, η Τσεχική Δημοκρατία και η Αυστρία, που δεν μπορούν να δημιουργήσουν δικούς τους τερματικούς σταθμούς για το LNG που συνήθως παραδίδεται δια θαλάσσης. Βραχυπρόθεσμα, οι χώρες αυτές εξαρτώνται επομένως πολύ περισσότερο από μια κοινή ευρωπαϊκή λύση ή μεμονωμένες διμερείς λύσεις για τον εφοδιασμό με πρόσθετες παραδόσεις αερίου.

Η Ελλάδα και η Ιταλία, αντίθετα, έχουν και οι δύο άμεση πρόσβαση σε εγχώριους τερματικούς σταθμούς LNG και επομένως εξαρτούνται λιγότερο από κοινές λύσεις. Η Ιταλία έχει δηλώσει φιλοδοξία να τερματίσει την εξάρτησή της από τις ρωσικές εισαγωγές ενέργειας έως το 2025.