Άνοδο τριών θέσεων στην παγκόσμια κατάταξη ανταγωνιστικότητας για το 2021 σημείωσε, εν μέσω πανδημίας, η Ελλάδα, ενώ συνολικά στη διετία 2019-2020 βρέθηκε υψηλότερα κατά συνολικά 12 θέσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία του Institute for Management Development (IMD) της Ελβετίας, που δημοσιοποιεί σήμερα το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΙΝΣΒΕ).

Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στην 46η θέση της σχετικής κατάταξης, μεταξύ 64 χωρών, από την 49η, που κατείχε πέρυσι (σ.σ. τα αποτελέσματα που παρουσιάζονται σήμερα για την Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας 2021 και η συνολική αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας με όρους ανταγωνιστικότητας, αφορούν τις επιδόσεις της χώρας μας κατά την προηγούμενη χρονιά, δηλαδή το 2020).

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τη μεθοδολογία του IMD, η συνολική κατάταξη μιας χώρας, μεταξύ των 64 οικονομιών που συμμετέχουν στην αξιολόγηση για την εξαγωγή της Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας, είναι αποτέλεσμα της σύνθεσης των επιδόσεων που αυτή επιτυγχάνει στις τέσσερις επιμέρους κατηγορίες δεικτών, και συγκεκριμένα: στην «Οικονομική Αποδοτικότητα» (η Ελλάδα βρέθηκε στην 52η θέση στη λίστα του 2021 από την 55η πέρυσι), στην «Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα» (σταθερά στην 52η θέση, που κατέκτησε πέρυσι), στην «Επιχειρηματική Αποτελεσματικότητα» (στην 44η θέση, έναντι τις 51ης πέρυσι) και στις «Υποδομές» (σταθεροποίηση στην 39 η θέση, «ανακόπτοντας μάλλον οριστικά την πτωτική πορεία των προηγούμενων ετών»).

Τρίτη μεταξύ 64 χωρών στη μακροχρόνια ανάπτυξη της απασχόλησης, αλλά 62η στο χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ

Κατά το ΙΝΣΒΕ, οι τρεις δείκτες που παρουσίασαν σημαντική βελτίωση και αποτελούν «δυνατά σημεία» για τη χώρα, όπως προκύπτει από την αξιολόγηση του 2021, είναι οι εξής: η «μακροχρόνια ανάπτυξη της απασχόλησης» (3η θέση μεταξύ των 64 χωρών), η «προσαρμοστικότητα της κυβερνητικής πολιτικής» (11η θέση) και η «διαφάνεια» (19η θέση μεταξύ των 64 χωρών).

Αντίθετα, οι τρεις δείκτες οι οποίοι λειτουργούν αρνητικά στην περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας είναι: ο «Σχηματισμός ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου» (63η θέση), το «χρέος της χώρας ως ποσοστό του ΑΕΠ» (62η) και η «πιστοληπτική ικανότητα της χώρας» (57η).

Η Ευρώπη πρωτοστάτησε μέσα στην πανδημία

Στο μεταξύ, κατά τη διάρκεια της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης του 2020, η Ευρώπη έδειξε τις δυνατότητές της, με την πρώτη τετράδα της παγκόσμιας κατάταξης να καταλαμβάνεται από ευρωπαϊκές χώρες και με τις πρωτοπόρους ευρωπαϊκές οικονομίες να μοιράζονται τρία κοινά χαρακτηριστικά: αυξημένες επενδύσεις στην καινοτομία, διαφοροποίηση των οικονομικών τους δραστηριοτήτων και κατάλληλες δημόσιες πολιτικές ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας.

Για το 2021, στην πρώτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης βρέθηκε η Ελβετία, βελτιώνοντας την περσινή της κατάταξη κατά δύο θέσεις. Την «έκπληξη» για εφέτος την έκανε η Σουηδία, η οποία από την 6η θέση πέρυσι, εκτινάχθηκε στη δεύτερη, ενώ ακολουθούν η Δανία στην τρίτη θέση και η Ολλανδία στην τέταρτη. Στην πέμπτη βρέθηκε η Σιγκαπούρη, έχοντας απωλέσει όχι μόνο την πρωτιά που κατείχε, αλλά συνολικά τέσσερις θέσεις, σε σχέση με την κατάταξη του 2020.

Πώς πέτυχε την πρωτιά η Ελβετία, γιατί την έχασε η Σιγκαπούρη

Η Ελβετία πέτυχε την «πρωτιά» βελτιώνοντας την προσέλκυση διεθνών επενδύσεων και αυξάνοντας την απασχόληση. Επιπλέον, βρέθηκε στην κορυφή και λόγω της «Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας». Η συγκεκριμένη χώρα έχει ακόμα επιτύχει να είναι πρώτη στη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και στο θεσμικό πλαίσιο.

Επίσης, η Ελβετία αποτελεί «κορυφαίο παράδειγμα» στις βελτιώσεις που πέτυχε μέσα στην πανδημία σε τομείς όπως: παραγωγικότητα και αποτελεσματικότητα, αγορά εργασίας, πρακτικές διοίκησης επιχειρήσεων, στάσεις και αξίες από τους managers (οι επιδόσεις αυτές προέρχονται από την κατηγορία των δεικτών της «Επιχειρηματικής Αποτελεσματικότητας»). Η Ελβετία είναι επίσης πρώτη στον παράγοντα «Εκπαίδευση» και τρίτη στην «Υγεία και Περιβάλλον».

Η Σουηδία, η οποία από την 6η θέση πέρυσι, βρέθηκε φέτος στη 2η, υλοποίησε σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο πεδίο της «Οικονομικής Αποδοτικότητας» και ειδικότερα στη διαχείριση των δημόσιων οικονομικών και της αύξησης της απασχόλησης. Επίσης, η συγκεκριμένη χώρα σημείωσε αξιοσημείωτες προόδους στην «Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα» και στην «Αγορά Εργασίας». Ακόμη, παραμένει στην κορυφή της κατάταξης στον τομέα της «Υγείας και του Περιβάλλοντος», ενώ σημειώνει σημαντικά υψηλές επιδόσεις στην «Εκπαίδευση».

Παρά το γεγονός ότι η Δανία κατέγραψε σημαντικές επιδόσεις στο «Διεθνές Εμπόριο», και παρά το ότι στην «Οικονομική Αποδοτικότητα» και στην «Επιχειρηματική Αποτελεσματικότητα» κατατάσσεται πρώτη, εντούτοις έχασε μια θέση στη γενική κατάταξη και από δεύτερη πέρυσι, φέτος κατατάσσεται τρίτη. Γιατί συνέβη αυτό; Σύμφωνα με το ΙΝΣΒΕ, η πτώση της συγκεκριμένης χώρας προέρχεται από τις σχετικά «φτωχές» επιδόσεις της στην «Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα» και στο κριτήριο «Υποδομές».

Η δε Σιγκαπούρη έχασε τέσσερεις θέσεις και από την 1η θέση πλέον βρίσκεται στην 5η . Αυτό οφείλεται στην απώλεια θέσεων εργασίας, στο έλλειμμα παραγωγικότητας και στις οικονομικές επιπτώσεις λόγω της πανδημίας.

Αθ.Σαββάκης: Ο ιδιωτικός τομέας άντεξε τη σφοδρή πίεση και στήριξε τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας

Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, ο πρόεδρος του ΣΒΕ, Αθανάσιος Σαββάκης, δήλωσε πως «παρά την πρωτόγνωρη κρίση λόγω της πανδημίας και των σκληρών lockdowns, ο ιδιωτικός

τομέας της οικονομίας, και ειδικά η βιομηχανία και η μεταποίηση, άντεξαν στις σφοδρές πιέσεις από το περιβάλλον δραστηριοποίησής τους, προσαρμοζόμενες ταχύτατα στα νέα δεδομένα, ενισχύοντας έτσι τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας».

Όπως είπε, οι μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης και οι ορθές αποφάσεις της για την αντιμετώπιση της πανδημίας, υποβοηθούν επίσης καταλυτικά στην επάνοδο της Ελλάδας στις ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου. «Όμως, για την περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας, αποτελεί αδήριτη ανάγκη να επανέλθει στην προτεραιότητα της αναπτυξιακής πολιτικής η μεταποίηση και η βιομηχανία» σημείωσε και πρόσθεσε ότι, στην προτεραιότητα του κυβερνητικού έργου ώς το τέλος του 2021, θα πρέπει -μεταξύ άλλων- να βρεθούν τα εξής: περαιτέρω μείωση φορολογικών συντελεστών και εργοδοτικών εισφορών, αναμόρφωση του αναπτυξιακού νόμου με αυξημένα ποσοστά άμεσων ενισχύσεων, ειδικά για τις μικρομεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις με έδρα την ελληνική περιφέρεια, λειτουργικές ενισχύσεις για τη βιομηχανία και μείωση τελών και αναίτιων επιβαρύνσεων για το σύνολο των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ