Μετά την ένταση που προκάλεσε η κοινοτική οδηγία για σχηματισμό μεγαλύτερων προβλέψεων, από πλευράς Τραπεζών, για τα μη εξυπηρετούμενα δάνειά τους, η επικεφαλής της τραπεζικής εποπτείας της ΕΚΤ, Ντανιέλ Νουί, διευκρίνισε ότι οι κανόνες σχηματισμού προβλέψεων δεν είναι δεσμευτικοί και ότι η ΕΚΤ θα επιδείξει ευελιξία, ανάλογα με κάθε περίπτωση ξεχωριστά.

Η επικεφαλής της τραπεζικής εποπτείας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Ντανιέλ Νουί υπεραμύνθηκε του σχεδίου να ζητηθεί από τις τράπεζες να σχηματίζουν μεγαλύτερες προβλέψεις για τα μη εξυπηρετούμενα δάνειά τους, αλλά τόνισε την ευελιξία της ΕΚΤ στην εφαρμογή της επίμαχης πρότασης.

Η ΕΚΤ δέχεται πυρά τις τελευταίες εβδομάδες, ιδιαίτερα στην Ιταλία, για τη θέσπιση καθολικών κανόνων σχετικά με τις προβλέψεις για τα νέα «κόκκινα» δάνεια. Θέλοντας να χαλαρώσει την ένταση, η Νουί έχει δηλώσει ήδη ότι η πρόταση μπορεί να βελτιωθεί και να ισχύσει αργότερα, αν και υποστήριξε ότι εξακολουθεί να τη θεωρεί αναγκαία.

«Έχουμε στέρεες προσδοκίες για αυτό, που έχουμε τώρα ανακοινώσει», δήλωσε σε συνέδριο στη Φρανκφούρτη, προσθέτοντας: «Για να είμαι, όμως, ξεκάθαρη: αυτό για το οποίο μιλώ εδώ είναι οι εποπτικές προσδοκίες».

Ευρωβουλευτές έχουν επικρίνει το σχέδιο, επειδή θέτει καθολικούς κανόνες για τράπεζες, το οποίο υποστηρίζουν ότι είναι εκτός της αρμοδιότητας του επόπτη.

Η Νουί, ωστόσο, δήλωσε ότι , και έτσι αυτό (το σχέδιο) είναι στις αρμοδιότητές της. «Δεν υπάρχουν αυτόματες δράσεις που συνδέονται με αυτούς. Οι οδηγίες μας παρέχουν τη βάση για έναν δομημένο διάλογο με κάθε μία τράπεζα», είπε η Νουί, προσθέτοντας: «Ορισμένες τράπεζες πρέπει να κάνουν περισσότερα για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Πρέπει να το αξιολογήσουμε αυτό κατά περίπτωση και να βρούμε την κατάλληλη λύση για κάθε τράπεζα».

Οι κατευθυντήριες γραμμές δίνουν στις τράπεζες προθεσμία επτά ετών για να σχηματίσουν προβλέψεις για μη εξυπηρετούμενα ενυπόθηκα δάνεια και δύο χρόνια για τα δάνεια χωρίς υποθήκες.