Είναι γεγονός πως οι Αναπτυξιακοί Νόμοι εν γένει αποτελούν νομοθετήματα μεγάλης πολιτικής και δημοσιονομικής βαρύτητας, μέσω των οποίων ενισχύονται άμεσα παραπάνω από το 10% των μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων, κυρίως όμως λειτουργούν τροχιοδεικτικά δείχνουν την κατεύθυνση που θα πρέπει να πάρει η οικονομία.

Του Γιάννη Αγουρίδη

Τα «κακώς κείμενα»

Αναλύοντας τους τρεις τελευταίους Αναπτυξιακούς Νόμους από το 1998 έως το 2014 προκύπτουν τα εξής:

  • Το 95% των επενδυτικών σχεδίων ήταν χαμηλής και σχετικά χαμηλής τεχνολογίας
  • Το 46,5% των ε/σ, και το 72,2% του συνολικού προϋπολογισμού αφορούσε ΑΠΕ (ιδίως φωτοβολταϊκά) και τουρισμό και ένα άλλο σημαντικό ποσοστό αποθήκες επιχειρήσεων οι οποίες «καταχρηστικά» ονομάστηκαν «logistics».
  • Το 95% ε/σ έλαβαν την ενίσχυση με μορφή επιχορήγησης.
  • Ένας ελάχιστος αριθμός επιχειρήσεων πήρε το μεγαλύτερο ποσοστό των ενισχύσεων: 4,2% ε/σ πήρε το 43,6% των συνολικών επιχορηγήσεων, ενώ 6 επιχειρηματικοί όμιλοι (σε σύνολο 14.500 ε/σ) πήραν 8,1% συνολικών ενισχύσεων.
  • Δόθηκαν παραπάνω από 600 εκατ. ως προκαταβολές που σε ορισμένες περιπτώσεις έφτασαν και στο 100%. Έτσι, κάποιοι λίγοι «μεγάλοι επενδυτές» χρηματοδοτήθηκαν με δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, τα οποία χρησιμοποίησαν ανατοκιζόμενα ως κεφαλαιουχικές εγγυήσεις και σε άλλες επιχειρηματικές τους δραστηριότητες, χωρίς μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις, να πραγματοποιήσουν τις επενδύσεις.

Παράλληλα οι κυβερνήσεις της εποχής πρόβαλλαν μια απολύτως πλασματική εικόνα μεγάλης «απορρόφησης» των κονδυλίων. Η αρμόδια υπηρεσία του Αναπτυξιακού Νόμου λειτουργούσε κάθε άλλο παρά υποδειγματικά. Είναι χαρακτηριστική η Έκθεση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης το 2014, για τις παρελθούσες προβληματικές πρακτικές. Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω ήταν για παράδειγμα ότι το 2015 να παραλήφθηκαν γύρω στα 6.000 ανολοκλήρωτα ε/σ με συμβασιοποιημένες οφειλές περίπου 6 δισ. ευρώ.

Οι αλλαγές

Έτσι, για να μπορέσει να αλλάξει αυτή η χαώδης κατάσταση χρειάστηκε σχέδιο και πολύς κόπος και χρόνο για φανούν τα αποτελέσματα. Ως εκ τούτου, ο Νέος Αναπτυξιακός Νομός ενσωματώνει μια σειρά από καινοτομίες με συγκεκριμένη αναπτυξιακή στόχευση, όπως:

  • Θέσπιση ανώτατου ορίου στο ύψος της ενίσχυσης που δύναται να λάβει κάθε υπαγόμενο επενδυτικό σχέδιο, προκειμένου να διευρυνθεί ο αριθμός των δικαιούχων.
  • Η κατά προτεραιότητα ενίσχυση της βιομηχανίας, ε/σ έντασης γνώσης, αυξανόμενης απασχόλησης και υψηλής προστιθέμενης αξίας.
  • Η έμφαση στην παροχή ενισχύσεων με φοροαπαλλαγές, για την ενίσχυση του αποτελέσματος και της απόδοσης της επένδυσης.
  • Η ενθάρρυνση της συνεργασίας και των συγχωνεύσεων των επιχειρήσεων
  • Η μείωση του ελάχιστου κόστους του ε/σ ώστε και πολύ μικρές επιχειρήσεις να μπορούν να ενταχθούν στον Νέο Αναπτυξιακό Νόμο.
  • Η πρόσθετη ενίσχυση επενδύσεων σε λιγότερο ευνοημένες περιοχές
  • Η απλοποίηση και ψηφιοποίηση των διαδικασιών αξιολόγησης και ελέγχου των ε/σ για μείωση της γραφειοκρατίας και τη διασφάλιση της διαφάνειας. Μετά από ανοικτή δημόσια διαδικασία, εκπαίδευση και εξετάσεις αυξήθηκε ο αριθμός των Ελεγκτών (ΕΜΠΕ) και των Αξιολογητών (ΕΜΠΑ) και κυρίως οι αμοιβές τους.

Μετασχηματισμός στο αναπτυξιακό υπόδειγμα

Επίσης, όλη η διαδικασία υποβολής επενδυτικού σχεδίου για αξιολόγηση και κάθε αίτημα για έλεγχο και ολοκλήρωση γίνονται ηλεκτρονικά, ενώ τηρείται αυστηρά η σειρά προτεραιότητας. Ως εκ τούτου, ο επιδιωκόμενος μετασχηματισμός στο αναπτυξιακό υπόδειγμα της χώρας έχει αρχίσει να αποτυπώνεται στο επίπεδο του Νέου Αναπτυξιακού νόμου, ήδη από τον πρώτο χρόνο ισχύος του, καθώς η πλειοψηφία των υποβληθέντων ε/σ (άνω του 50% των αιτήσεων) εστιάζεται στους κλάδους της βιομηχανίας, το 58% αυτών έχουν αιτηθεί φοροαπαλλαγών, ενώ υπάρχουν και ε/σ από μικρές επιχειρήσεις (24% των ε/σ και 2,8% του προϋπολογισμού που είναι ε/σ μικρότερες των 500.000).